Ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) συζητήθηκε σήμερα η ενδεχόμενη επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους. Η υπόθεση συζητήθηκε στο πλαίσιο πιλοτικής δίκης και η απόφαση που θα εκδοθεί το προσεχές διάστημα αναμένεται να κρίνει το ζήτημα για το σύνολο των μονίμων υπαλλήλων του Δημοσίου.Unmute
ΣτΕ: Η προσφυγή
Η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο έπειτα από αγωγή που κατέθεσε δημόσιος υπάλληλος εργαζόμενος στο Υπουργείου Παιδείας κατά του Ελληνικού Δημοσίου, διεκδικώντας την καταβολή επιδομάτων εορτών και αδείας για τα έτη 2023 και 2024. Παρέμβαση υπέρ του άσκησε η ΑΔΕΔΥ, ανοίγοντας ουσιαστικά τη συζήτηση για την ενδεχόμενη αναβίωση των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, που είχαν καταργηθεί το 2012 στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων.
ΣτΕ: Η εισήγηση
Στην εισήγηση του ο σύμβουλος Επικρατείας Ιωάννης Μιχαλακόπουλος ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι:
- Η ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041, η οποία αφορά την ενίσχυση των κατώτατων μισθών και την ίση μεταχείριση εργαζομένων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον ν. 5163/2024.
- Ο προσφεύγων υποστηρίζει πως η παράλειψη ενσωμάτωσης των δώρων στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων παραβιάζει τις διατάξεις της Οδηγίας, καθώς στον ιδιωτικό τομέα τα επιδόματα αυτά θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος του κατώτατου μισθού.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του ενάγοντος, η κατάσταση δημιουργεί δυσμενή διάκριση εις βάρος των δημοσίων υπαλλήλων, με αρνητικές συνέπειες για την αγοραστική τους δύναμη.
ΣτΕ: Οι θέσεις των δύο πλευρών
Η δικηγόρος της ΑΔΕΔΥ τόνισε πως τα επιδόματα καταργήθηκαν σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, που πλέον δεν υφίστανται, και επομένως η Πολιτεία όφειλε να τα επαναφέρει.
Χαρακτήρισε την παράλειψη αυτή παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, αλλά και των ευρωπαϊκών κανόνων, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι, παρότι εργαζόμενοι, δεν απολαμβάνουν τα ίδια με τους συναδέλφους τους στον ιδιωτικό τομέα.
Από την πλευρά τους, οι νομικοί εκπρόσωποι του Δημοσίου επισήμαναν πως η διάκριση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα είναι συνταγματικά αποδεκτή, λόγω της διαφορετικής φύσης της εργασιακής σχέσης. Υποστήριξαν επίσης ότι η εν λόγω Οδηγία δεν δημιουργεί υποχρέωση για επαναφορά των δώρων ούτε οι δημόσιοι υπάλληλοι εμπίπτουν στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου. Ανέφεραν επίσης ότι η διεκδίκηση βασίζεται σε διατάξεις που δεν ισχύουν για υπαλλήλους με σχέση δημοσίου δικαίου.
Όσον αφορά στο οικονομικό σκέλος, υπογράμμισαν πως ενδεχόμενη επαναφορά των επιδομάτων θα συνεπαγόταν ετήσιο κόστος 1,55 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων εργοδοτικών εισφορών.