Ο πατέρας του είναι Πόντιος και η μητέρα του από τη Ρόδο. Μετανάστευσαν και οι δύο στις Βρυξέλλες, γνωρίστηκαν εκεί και παντρεύτηκαν. Ο γιος τους, Χρήστος Δουλκερίδης, γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1968. Μετά τις προχθεσινές δημοτικές εκλογές στη βελγική πρωτεύουσα και την πολύ καλή εμφάνιση των Πρασίνων των οποίων είναι επικεφαλής αναλαμβάνει το τιμόνι του Δήμου των Ιξελλών (Ixelles), όπου βρίσκεται και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην περιφέρεια των Βρυξελλών. Οι Πράσινοι του Χρήστου Δουλκερίδη συγκέντρωσαν στον δήμο αυτόν ποσοστό 33%, ενώ η συνολική άνοδος των ποσοστών των Οικολόγων οδήγησε τους αναλυτές να κάνουν λόγο για «πράσινο κύμα».
Ο Χρήστος Δουλκερίδης εξηγεί πως η άνοδος των Οικολόγων στο Βέλγιο «οφείλεται σε δύο παράγοντες: στο γεγονός ότι με ιδεολογική συνέπεια παλεύουν κατά του μεγαλύτερου κινδύνου που απειλεί σήμερα την ανθρωπότητα, την κλιματική αλλαγή, καθώς και στο γεγονός ότι μάχονται τον σκοταδισμό και την Ακροδεξιά που απειλούν σήμερα την Ευρώπη». Ασχολείται με την πολιτική εδώ και τρεις δεκαετίες, τα τελευταία είκοσι χρόνια με τους Πράσινους. Το 2009, μετά τη μεγάλη επιτυχία του κόμματος στις περιφερειακές εκλογές, με ποσοστό που είχε αγγίξει το 20%, ο Δουλκερίδης ανέλαβε στην τοπική κυβέρνηση των Βρυξελλών υφυπουργός Στέγασης.
Ο Χρήστος Δουλκερίδης, όπως είχε αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει το 2010 στα «ΝΕΑ», στον Γκαζμέντ Καπλάνι, γεννήθηκε σε μια από τις πιο φτωχές συνοικίες των Βρυξελλών, κοντά στην Gare du Nord. Η οικογένεια έμενε σε ένα δυάρι χωρίς λουτρό και ζέσταιναν νερό για να πλυθούν στη λεκάνη. Οταν πολλά χρόνια αργότερα έγινε υφυπουργός Στέγασης, επέστρεψε στην παλιά του γειτονιά για να εγκαινιάσει ένα καινούργιο κτίριο.
Είναι Πόντιος την καταγωγή και περήφανος για αυτό. Η οικογένεια του πατέρα του είχε έρθει στην Ελλάδα από την Τουρκία στις αρχές του περασμένου αιώνα και είχε εγκατασταθεί στη Μακεδονία. Ο πατέρας του μετανάστευσε στο Βέλγιο για να δουλέψει στα ανθρακωρυχεία, στο Λιμβούργο, στη φλαμανδική πλευρά. Επαθε ατύχημα και πήγε στις Βρυξέλλες για να βρει δουλειά. Εκεί γνώρισε τη σύζυγό του που δούλευε στο εργοστάσιο. Οι γονείς του έλεγαν πάντα ότι θα επιστρέψουν στην Ελλάδα, κάτι που έκαναν όταν βγήκαν στη σύνταξη.
Με δικά του λόγια:
«Οταν πέρασα στο πανεπιστήμιο, πήγα σε μια πόλη έξω από τις Βρυξέλλες, στο Νουβέλ Ανέβ, να σπουδάσω νομικά. Ηταν μια νέα πόλη, όπου έμεναν κυρίως φοιτητές. Ερχόμουν από μια ζωντανή διαπολιτισμική πόλη, τις Βρυξέλλες, και έπεσα σε μια πόλη όπου υπήρχαν μόνο Βέλγοι, πλουσιόπαιδα κυρίως. Για πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωσα απροσάρμοστος. Αποφάσισα να εγκαταλείψω το πανεπιστήμιο. Στο λύκειο υπήρχε ένας καθηγητής που με βοηθούσε και ήταν ο πρώτος που μου μίλησε για το οικολογικό κίνημα. Ηταν βουλευτής όταν εγκατέλειψα το πανεπιστήμιο και μου πρότεινε να γίνω γραμματέας του. Από τότε μπήκα στο οικολογικό κίνημα και στην πολιτική»
Η Ελλάδα και οι δυσκολίες
«Ερχομαι συχνά στην Ελλάδα. Η φύση είναι η μεγαλύτερη περιουσία της, μοναδική. Ταυτόχρονα με εντυπωσιάζει η κακοποίηση της φύσης από τους Ελληνες. Η ευκαιρία της Ελλάδας, νομίζω, είναι να αναπτύξει έναν ποιοτικό τουρισμό. Οι τουρίστες επέστρεφαν στην Ελλάδα για την επαφή που είχαν με τους Ελληνες, για τη φιλοξενία. Επίσης ο τουρισμός πρέπει να είναι όχι μόνο καλοκαιρινός αλλά και χειμερινός. Αυτό όμως χρειάζεται καλές μεταφορές… Είχα πάει στην Ελλάδα όταν υπήρχαν οι μεγάλες πυρκαγιές, για να δω πώς μπορούσαμε να βοηθήσουμε. Διαπίστωσα ότι ήταν πολύ δύσκολο να οργανωθεί κάτι σοβαρό. Επίσης, πολύ συχνά μού λένε ότι παιδιά ελλήνων μεταναστών σαν και μένα κατάφεραν να διακριθούν. Απαντώ ότι αυτό συμβαίνει επειδή από την αρχή μάς αναγνώρισαν ως ισότιμους πολίτες και μας έδωσαν πολιτικά δικαιώματα».