Κύρια σημεία της ομιλίας του πρώην Υπουργού
κ. Βασίλη Κοντογιαννόπουλου
στη δημόσια συζήτηση με θέμα: «STOP στην ΠΑΡΑΚΜΗ»
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 5 Μαρτίου 2019
Στη σημερινή πολιτική πραγματικότητα, με το απαξιωμένο στη συνείδηση της πλειοψηφίας των πολιτών κομματικό σύστημα, και την κυριαρχία της απαισιοδοξίας για το μέλλον, είναι περισσότερο από επιτακτική η ανάγκη το πολιτικό σύστημα να υποστεί βαθύ δομικό μετασχηματισμό.
Κατάργηση του σταυρού προτίμησης και καθιέρωση μονοεδρικού συστήματος, κατά το γαλλικό ή γερμανικό μοντέλο. Θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ βουλευτικού και υπουργικού αξιώματος. Κατάργηση του πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος με ενίσχυση των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και θεσμικά αντίβαρα στην εξουσία του ενός. Είναι ώριμες λυτρωτικές τομές, ικανές να οδηγήσουν στην αναβάθμιση της ποιότητας του πολιτικού προσωπικού και την απεξάρτηση της πολιτικής ζωής από ολιγαρχικά συμφέροντα που την έχουν βραχυκυκλώσει.
Ένα Κοινοβούλιο 250 βουλευτών, από τους οποίους οι 200 θα εκλέγονται σε μονοεδρικές περιφέρειες και οι 50 με λίστα, ποιοτικά αναβαθμισμένο, θα ελέγχει την εκτελεστική εξουσία, χωρίς να μετέχει σε αυτήν, νοθεύοντας τη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως συμβαίνει σήμερα.
Ο σταυρός προτίμησης είναι η μήτρα των πελατειακών σχέσεων, της συναλλαγής και κατ’επέκταση της διαπλοκής και της διαφθοράς. Αποτελεί υποκρισία η αυταπάτη ή αντίληψη ότι μπορεί κανείς σήμερα, ιδίως στις πολυάριθμες εκλογικές περιφέρειες, να εκλεγεί βουλευτής, χωρίς την εύνοια ολιγαρχικών-μιντιακών συμφερόντων ή τη στήριξη του κομματικού μηχανισμού. Γι’αυτό η δημόσια ζωή κυριαρχείται από προϊόντα του κομματικού-συνδικαλιστικού σωλήνα και των τηλεκαφενείων, με κύριο προϊόν την «αναγνωρισιμότητα».
Κραυγαλέα επιβεβαίωση της χειραγώγησης της ψήφου των πολιτών είναι το σύστημα ανάδειξης των ευρωβουλευτών, που ίσχυσε στις προηγούμενες ευρωεκλογές, με την καθιέρωση σταυρού προτίμησης και εκλογική περιφέρεια την… επικράτεια. Ποιος υποψήφιος είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας προεκλογικής καμπάνιας στο σύνολο του εκλογικού σώματος; Για την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού επιχειρείται να αποδοθεί ευθύνη αποκλειστικά στους πολίτες. Ασφαλώς έχουν κι αυτοί μερίδιο ευθύνης. Προηγείται όμως η ευθύνη των ηγεσιών των κομμάτων που επιλέγουν τους υποψηφίους και των media που τους προβάλλουν.
Οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην πολιτική σκηνή προκαλούν αποστροφή σε καταξιωμένες, επαγγελματικά και κοινωνικά, προσωπικότητες να εμπλακούν με την πολιτική. Είναι η κύρια αιτία που το διαχρονικό αίτημα της «ανανέωσης» της πολιτικής ζωής πραγματοποιείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αντί να τροφοδοτείται από την κορυφή της κοινωνίας, τροφοδοτείται από τον πάτο. Έτσι φτάσαμε σήμερα η χώρα να κυβερνάται από τη χειρότερη Κυβέρνηση και το χειρότερο Κοινοβούλιο της Μεταπολίτευσης. Η πολιτική μυθολογία του «νέου και άφθαρτου» που θα αντικαταστήσει το «παλαιό και φθαρμένο» πολιτικό προσωπικό, βρήκε την παταγώδη διάψευσή της στο πρόσωπο του Α. Τσίπρα και της ριζοσπαστικής αριστεράς. Αποδείχθηκαν φορείς όλων των παθογενειών του πολιτικού συστήματος, με συνέπεια την καταβύθιση της πολιτικής ζωής στην ανυποληψία, ιδίως μετά τα παρακμιακά φαινόμενα των τελευταίων ημερών. Οι δύο αλληλοϋβριζόμενοι και αλληλομηνυόμενοι πρώην Υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, εχειρίζοντο μέχρι χθες τα πλέον κρίσιμα και ευαίσθητα εθνικά θέματα.
Η εξυγιαντική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος με στόχο την αξιοκρατία και την καταπολέμηση της διαφθοράς είναι αυτή που θα συμφιλιώσει τους πολίτες με την πολιτική και ιδίως τους νέους, ενώ θα περιορίσει την αντισυστημικότητα που οδηγεί σε πολιτικές τερατογενέσεις.
Όλοι όσοι μετείχαμε ή μετέχουμε στο πολιτικό γίγνεσθαι έχουμε ευθύνες, περισσότερες ή λιγότερες, για τη σημερινή κατάσταση της χώρας και του πολιτικού συστήματος. Ο επιμερισμός των ευθυνών οδηγεί σε στείρα παρελθοντολογία. Ας αφεθεί στην κρίση της ιστορίας. Αυτό που σήμερα απαιτείται είναι η ανάληψη της ευθύνης που αναλογεί στον καθένα και σε κάθε πολιτική δύναμη, για την υπέρβαση της κρίσης και της παρακμής.
Μέσα στις σημερινές πολιτικές συνθήκες, όπως έχουν πλέον διαμορφωθεί, καθώς ήδη βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, είναι ουτοπικό να επαναλάβω την προ διετίας πρότασή μου να συμπράξουν προεκλογικά τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου.
Αυτό που προτείνω σήμερα είναι, διατηρώντας η κάθε πολιτική δύναμη την αυτονομία της, να συμφωνήσουν σε δύο μείζονες στόχους:
Πρώτον, την κατάργηση της απλής αναλογικής και το μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος, όπως ήδη έχω περιγράψει.
Μείζων στόχος των κομμάτων του δημοκρατικού και φιλοευρωπαϊκού τόξου και ιδίως της ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη δεν πρέπει να είναι η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς. Για τη δεύτερη έχει φροντίσει αποτελεσματικά ο Α. Τσίπρας. Για την πρώτη η ευθύνη ανήκει κυρίως στους πολίτες, που όπως καταγράφεται είναι αποφασισμένοι να την αναλάβουν. Μείζων στόχος οφείλει να είναι η ήττα των πολιτικών παθογενειών που οδήγησαν στη χρεωκοπία και την παρακμή. Στόχος πρέπει να είναι η αποκατάσταση της Πολιτικής ως υπέρτατης αξίας για την πρόοδο και την ευημερία των πολιτών, και η αποστείρωσή της από τον λαϊκισμό, τις πελατειακές σχέσεις, τα ολιγαρχικά συμφέροντα που οδηγούν στη διαπλοκή και τη διαφθορά.
Δεύτερον, την αλλαγή του πολιτικού κλίματος.
Ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου είναι να συμβάλλουν στην εκτόνωση του ταξικού πολιτικού κλίματος, που συνειδητά καλλιεργεί ο Α. Τσίπρας προκειμένου να αποφύγει την εκλογική συντριβή. Η αποκατάσταση ήρεμου πολιτικού κλίματος αποτελεί προϋπόθεση για την έξοδο της χώρας από την πολυεπίπεδη κρίση.
Ο βίαιος και διχαστικός πολιτικός λόγος, ιδίως σε περιόδους κρίσης, μεταβάλλεται σε βίαιες πράξεις. Μέσα σ’αυτό το κλίμα βρίσκουν πρόσφορο έδαφος η ανομία, η καθημερινή βία, η αναβίωση της τρομοκρατίας. Δεν συνδέω την Αριστερά με την τρομοκρατία. Ο μέχρι πρότινος κυβερνητικός εταίρος ήταν αυτός που υπεδείκνυε τον Α. Παπανδρέου ως Αρχηγό της «17 Νοέμβρη». Είναι όμως η Αριστερά, με όλες τις εκδοχές της, με εξαίρεση την Αριστερά Κύρκου-Παπαγιαννάκη-Γιάνναρου, που ανέχθηκε ή και υπέθαλψε την πολιτική βία και την ανομία. Με τις αντιδημοκρατικές πρακτικές της, καταλήψεις, πανεπιστημιακό άσυλο παρανομίας, κινήματα ανυπακοής, έστρωσε το χαλί, για να εισβάλουν στην πολιτική ζωή η ακροαριστερή βία του Ρουβίκωνα και η ακροδεξιά βία της Χρυσής Αυγής.
Η Δημοκρατία ευδοκιμεί και η κοινωνία προοδεύει όταν κόμματα και πολιτικοί εφαρμόζουν κώδικες πολιτικής συμπεριφοράς που δεν καταγράφονται σε κανένα Σύνταγμα και Νόμο. Άγραφοι κώδικες που υπακούουν σε δύο θεμελιώδεις κανόνες:
Πρώτον, σεβασμός και αποδοχή του αντιπάλου ως θεμιτού ανταγωνιστή και όχι ως θανάσιμου εχθρού. Δεύτερον, αυτοσυγκράτηση, μέτρο και ευπρέπεια στην πολιτική αντιπαράθεση. Είναι το «ήπιο πολιτικό κλίμα». Πρωταρχικό μέλημα και αγωνία του Κων. Καραμανλή. Είναι το «δεν θέλω ου» του Γ. Ράλλη για τον πολιτικό του αντίπαλο. Είναι η παρακαταθήκη του Κων. Μητσοτάκη που απέτρεψε τον εμφύλιο στην Κρήτη.
Ο ηγέτης που θα αγνοήσει τις σκόπιμες προκλήσεις των αντιπάλων και θα τηρήσει, έστω και μόνος, τον δημοκρατικό κώδικα πολιτικής συμπεριφοράς και θα επιβάλει ήρεμο πολιτικό κλίμα, είναι αυτός που θα κερδίσει πολιτικά και εκλογικά. Η ήρεμη δύναμη είναι αυτή που προσελκύει τους αναποφάσιστους, που κάθε φορά δίνουν τη νίκη, ενώ τους απομακρύνει ο φανατισμός των οπαδών.
Η ανάταξη και ανόρθωση της χώρας και της κοινωνίας από το αξιακό, θεσμικό, πολιτικό και οικονομικό κώμα, απαιτούν τιτάνια προσπάθεια με χαρακτηριστικά κομματικής υπέρβασης. Ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει δεσμευθεί ότι, για την εφαρμογή ενός απαιτητικού μεταρρυθμιστικού κυβερνητικού προγράμματος, θα απευθυνθεί σε όμορους πολιτικούς χώρους και καταξιωμένες προσωπικότητες της κοινωνίας των πολιτών. Εμπιστεύομαι τη δέσμευσή του γιατί γνωρίζω το χαρακτήρα του και τις πολιτικές παρακαταθήκες του πατέρα του. Αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης και πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με απλή αναλογική, ισοδυναμεί με εθνική ήττα και κατάρρευση. Πιστεύω ότι κανείς δεν θα αναλάβει τέτοια ευθύνη.
Θα κλείσω απαντώντας στο τελευταίο ερώτημα, που είμαι βέβαιος ότι, έπειτα από όσα είπα θα θέλατε να μου υποβάλετε:
Πόσο αισιόδοξος είστε ότι ο δομικός μετασχηματισμός του πολιτικού συστήματος και η αποκατάσταση ήρεμου πολιτικού κλίματος μπορούν να πραγματοποιηθούν;
Θα απαντήσω με μια φράση του Ιταλού διανοουμένου και πρώην Πρωθυπουργού Ενρίκο Λέτα: «Είμαι απαισιόδοξος λόγω γνώσης και αισιόδοξος λόγω θέλησης».
Γνωρίζω ότι κανείς πολιτικός δεν επιθυμεί να αλλάξει το πολιτικό σύστημα με το οποίο εξελέγη. Γνωρίζω όμως ότι δεν υπάρχει πολίτης που δεν επιθυμεί την αλλαγή ενός πολιτικού συστήματος που έχει παρακμάσει και παράγει αναξιοκρατία και διαφθορά.
Αρνούμαι να υποκύψω στο διάχυτο μιθριδατισμό της αποδοχής ότι «αυτή είναι η Ελλάδα» και της παραίτησης από την ευθύνη και τον αγώνα αντιστροφής της παρακμιακής κατάστασης που βιώνουμε. Δεν θέλω να ανήκω στη γενιά των υπνοβατών που ενώ βλέπει τα παρακμιακά φαινόμενα της δημόσιας ζωής, παρατηρεί, σχολιάζει και αδρανεί.
Ο Πρόεδρος Ομπάμα με την ιστορική ομιλία του στην Αθήνα έδειξε το δρόμο:
Υπέδειξε στους πολίτες να γίνουν αυτοί η δύναμη της Αλλαγής. Η Αλλαγή έρχεται όταν εμπλακούν και την απαιτήσουν οι απλοί πολίτες. Γιατί η μεγαλύτερη δύναμη στη δημοκρατία είναι η δύναμη του πολίτη.
Με αυτή τη δύναμη, ως ενεργός πολίτης, είμαι αποφασισμένος να εμπλακώ