Σε εξέλιξη βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες, μεγάλη επιχείρηση της Οικονομικής Αστυνομίας για την εξάρθρωση πολυμελούς κυκλώματος που εισήγαγε παράνομα αλκοόλ αμφιβόλου ποιότητας από τη Βουλγαρία και το διέθετε σε ποτοποιίες για την παρασκευή οινοπνευματωδών ποτών.
Μέχρι στιγμής έχουν συλληφθεί περισσότερα από 15 άτομα Έλληνες και Βούλγαροι, ενώ έχουν γίνει έρευνες σε Πάτρα και Αθήνα. Σε έφοδο που πραγματοποίησαν οι αρχές σε μια αποθήκη εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν περίπου 20 τόνοι παράνομου οινοπνεύματος, αμφιβόλου προέλευσης και ποιότητας.
Οι αξιωματικοί της Οικονομικής Αστυνομίας ξεκίνησαν σύμφωνα με πληροφορίες να ψάχνουν την υπόθεση τον περασμένο Νοέμβριο, όταν έφθασε μια πληροφορία που έδινε λεπτομέρειες για τη δράση του συγκεκριμένου κυκλώματος που απλωνόταν σε Βουλγαρία, Πάτρα και Αθήνα.
Ετσι αφού συγκέντρωσαν όλα τα στοιχεία έκαναν προχθές παράλληλες επιχειρήσεις σε Αχαΐα και Αθήνα και πέρασαν χειροπέδες στα μέλη του κυκλώματος.
Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εξαρθρώθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην παράνομη εισαγωγή στη χώρα μας από τη Βουλγαρία μεγάλων ποσοτήτων αλκοολούχων ποτών και αιθυλικής αλκοόλης, τα οποία αποθήκευαν, επεξεργάζονταν και στη συνέχεια διέθεταν σε κάβες ποτών.
Σε επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε πρωινές ώρες προχθές (20 Φεβρουαρίου 2020) συνελήφθησαν (14) μέλη της οργάνωσης, από τα οποία (10) ημεδαποί και (4) αλλοδαποί, μεταξύ των οποίων και το αρχηγικό μέλος.
Σε βάρος τους και δύο ακόμα συνεργών τους, τα στοιχεία των οποίων έχουν ταυτοποιηθεί, σχηματίστηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία και τη νομοθεσία για τη ρύθμιση αγοράς προϊόντων, τα σήματα και τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, η οργάνωση τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα μετέφερε με φορτηγά οχήματα αλκοολούχα ποτά ή ποσότητες οινοπνεύματος, χωρίς νόμιμα παραστατικά σε (6) χώρους (2 παράνομα παρασκευαστήρια αλκοολούχων ποτών και 4 αποθήκες) που διαχειριζόταν.
Στη συνέχεια αφαιρούσαν τις αλλοδαπές ετικέτες και επανατοποθετούσαν πλαστές ελληνικές ετικέτες επώνυμων εταιρειών ή προχωρούσαν στην παρασκευή αλκοολούχων ποτών με πρώτη ύλη τις ποσότητες οινοπνεύματος που εισήγαγαν.
Ακολούθως διέθεταν τα αλκοολούχα ποτά στην εγχώρια αγορά, φροντίζοντας για τη διανομή τους σε σημεία λιανικής πώλησης (κάβες) στην Αττική ή μέσω μεταφορικών εταιρειών σε διάφορα σημεία της χώρας, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο την καταβολή των αναλογούντων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων στο ελληνικό Δημόσιο.
Πιο αναλυτικά, το αρχηγικό μέλος είχε διαμορφώσει κατάλληλη εσωτερική δομή έτσι ώστε η εγκληματική οργάνωση να διαρθρώνεται σε δύο (2) ανεξάρτητες υποομάδες.
Παράλληλα είχε αναπτύξει συνεργασία με άτομα στη Βουλγαρία, που μετέφεραν με φορτηγά οχήματα αλκοολούχα ποτά, χωρίς παραστατικά καθώς και δεξαμενές οινοπνεύματος για την παράνομη παρασκευή αλκοολούχων ποτών, στη χώρα μας.
Η μεταφόρτωση πραγματοποιούνταν σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης φορτηγών οχημάτων στην Αττική. Μάλιστα στάθμευαν πάντα κατά τέτοιο τρόπο ώστε η μεταφόρτωση των παλετών αλκοολούχων ποτών ή οινοπνεύματος, από το Βουλγάρικο όχημα σε έτερο όχημα της οργάνωσης, να είναι δυσεπιτήρητη ενώ πραγματοποιούνταν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να μην γίνουν αντιληπτοί από τις διωκτικές Αρχές.
Επιπρόσθετα για να μην εντοπίζονται εύκολα τα λαθραία ποτά ή το οινόπνευμα κατά την μεταφορά τους, τα κάλυπταν στο εσωτερικό των φορτηγών, με άλλα προϊόντα τα οποία μετέφεραν με νόμιμα παραστατικά.
Τα μέλη της πρώτης υποομάδας αναλάμβαναν την αποθήκευση, επεξεργασία, αλλαγή ετικετών και μεταπώληση στη λιανική αγορά λαθραίων αλκοολούχων ποτών που παραλάμβαναν από τη Βουλγαρία.
Συγκεκριμένα μέλος της υποομάδας, υπό τις οδηγίες του αρχηγού της οργάνωσης, μετέφερε το λαθραίο εμπόρευμα με φορτηγό όχημα ιδιοκτησίας του σε αποθήκη στο Αιγάλεω, όπου προέβαιναν στην αντικατάσταση των ξένων ετικετών τοποθετώντας πλαστές ελληνικές επώνυμων εταιρειών. Ακολούθως μεταπωλούσαν τα λαθραία ποτά σε κάβες, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και διάφορες εταιρείες.
Η δεύτερη υποομάδα, λειτουργούσε υπό τις οδηγίες ημεδαπού, μέλους της οργάνωσης, ο οποίος προμηθευόταν λαθραία εμπορεύματα από το αρχηγικό μέλος. Τα μέλη της διαχειρίζονταν δύο αποθήκες σε Παγκράτι και Βύρωνα, όπου αποκολλούσαν και αντικαθιστούσαν ετικέτες επισήμανσης, καθώς και δύο παρασκευαστήρια αλκοολούχων ποτών όπου παρασκεύαζαν αλκοολούχα ποτά.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, αποθήκες και καταστήματα στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής και Αχαΐας βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
(19.140) λίτρα αιθυλικής αλκοόλης,
(3.431,45) λοιπών αλκοολούχων υγρών,
(21.901) φιάλες περιέχουσες (16.084,90) αλκοολούχων ποτών,
(3) φορτηγά οχήματα, (2) ημιφορτηγά τύπου (VAN) και ΙΧΕ όχημα,
μηχανολογικός εξοπλισμός – καζάνια, κινητά τηλέφωνα,
πλήθος πλαστών ετικετών και το χρηματικό ποσό των (3.805) ευρώ.
Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν με τη συνδρομή Τελωνειακών υπαλλήλων και του Γενικού Χημείου του Κράτους, υπό τον συντονισμό του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης της Α.Α.Δ.Ε.
Οι ποσότητες αλκοολούχων ποτών και αιθυλικής αλκοόλης (οινόπνευμα) που κατασχέθηκαν θα παραδοθούν στις Τελωνειακές Αρχές για να καταλογισθούν οι διαφυγόντες φόροι, που εκτιμάται ότι ανέρχονται στις (810.000) ευρώ, ενώ το χρηματικό ποσό θα κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
Παράλληλα, λήφθηκαν δείγματα από την Χημική Υπηρεσία και παραγγέλθηκε η εξέτασή τους από το Γενικό Χημείο του Κράτους.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών.