Ρομέν Γκροζάν: «Σκέφτηκα τα παιδιά μου και είπα όχι, δεν θα πεθάνω τώρα»

 

 

 

 

Συγκλονίζει ο Ρομέν Γκροζάν περιγράφοντας τα 28 δευτερόλεπτα κατά τα οποία έμεινε παγιδευμένος μέσα στο φλεγόμενο υπόλειμμα του μονοθεσίου του, ύστερα από το τρομακτικό ατύχημα που είχε στο Grand Prix του Μπαχρέιν

Η αφήγησή του είναι, πιθανότατα, ό,τι πιο συγκλονιστικό έχει εξομολογηθεί ποτέ οδηγός αγώνων. Ακόμη και μόνο γι’ αυτό, αξίζει σεβασμός και έπαινος στον, κατά τα άλλα καταδικασμένο στην αφάνεια, Γαλλο-Ελβετό.

Ιδού πώς περιέγραψε, σε κατά λέξη μετάφραση από τα αγγλικά, ο Ρομέν Γκροζάν για το δυστύχημα που παρά λίγο να σημάνει το τέλος του βίου του.

«Πρώτα από όλα, για εμένα δεν ήταν ακριβώς 28 δευτερόλεπτα. Μου φάνηκε μάλλον σαν 30 λεπτά -εάν θα έπρεπε να δώσω μια εκτίμηση χρόνου σε αυτό το διάστημα που έμεινα μέσα στο κόκπιτ μετά από τη σύγκρουση. Όταν το αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε, άνοιξα τα μάτια μου. Έλυσα τις ζώνες ασφαλείας αμέσως.

» Αυτό που δεν θυμόμουν την επόμενη ημέρα, είναι το τι έκανα με το τιμόνι, επειδή δεν θυμάμαι να το βγάζω από τη θέση του. Αλλά μου είπαν ότι ‘όχι, το τιμόνι έπεσε ανάμεσα στα πόδια σου, η κολώνα και όλα τα υπόλοιπα εξαρτήματα του συστήματος διεύθυνσης διαλύθηκαν και έπεσαν. Άρα, μην ασχολείσαι με το τιμόνι.

» Κατόπιν έκανα να βγω απότομα, αλλά ένιωσα ότι κάτι ακουμπούσε το κεφάλι μου, οπότε κάθισα ξανά στο κάθισμά μου. Η πρώτη μου σκέψη ήταν ‘θα περιμένω. Είμαι ανάποδα, κόντρα στον τοίχο, άρα θα περιμένω μέχρι κάποιος να έρθει και να με βοηθήσει να βγω. Δεν είχα καθόλου άγχος και, προφανώς, δεν είχα καταλάβει ότι υπήρχε φωτιά.
» Τότε κοίταξα δεξιά και αριστερά. Και τότε, στα αριστερά μου είδα τη φωτιά. Είπα, ΟΚ, δεν έχω χρόνο να περιμένω. Προσπάθησα να σηκωθώ προς τα δεξιά μου, αλλά δεν γινόταν. Δοκίμασα στα αριστερά -ούτε και από εκεί γινόταν. Ξανακάθισα κάτω. Και τότε θυμήθηκα τον Νίκι Λάουντα, το δικό του ατύχημα [σσ: στο Νίρμπουργκρινγκ, το 1976] και σκέφτηκα ‘δεν γίνεται να τελειώσουν όλα για εμένα έτσι. Δεν μπορεί αυτός να ήταν ο τελευταίος μου αγώνας, δεν μπορεί να είναι αυτό το τέλος. Δεν γίνεται.

EXCLUSIVE! Romain Grosjean reveals how he escaped horrific fireball crash

» Κι έτσι δοκίμασα πάλι να βγω, αλλά κόλλησα. Ξανακάθισα και τότε ήρθε η λιγότερο ευχάριστη στιγμή που το σώμα μου άρχισε να παραδίνεται, να χαλαρώνει. Είμαι ήρεμος, πεθαίνω.

» Αναρωτήθηκα: Η φωτιά θα αρπάξει το παπούτσι, το πόδι ή το χέρι μου; Θα πονέσω; Πότε θα αρχίσει όλο αυτό; Αυτό για εμένα ήταν, θα έλεγα, κράτησε δύο, τρία, τέσσερα δευτερόλεπτα, αλλά όταν συνέβαινε θα πρέπει να ήταν κλάσματα του δευτερολέπτου. Και τότε σκέφτηκα τα παιδιά μου και είπα ‘όχι, δεν μπορούν να χάσουν τον μπαμπά τους σήμερα’.

» Δεν ξέρω γιατί, αλλά αποφάσισα να γυρίσω με το κράνος προς τα αριστερά και να σηκωθώ πρώτα με το κεφάλι, μετά με το χέρι και τον ώμο μου. Αυτό κάπως δούλεψε, αλλά κατάλαβα ότι το πόδι μου έμενε σφηνωμένο μέσα στο αυτοκίνητο.

» Κάθισα ξανά κάτω και τράβηξα όσο πιο δυνατά μπορούσα το αριστερό μου πόδι, έως ότου βγήκε το μποτάκι. Προσπάθησα άλλη μία φορά να βγω και οι ώμοι μου πέρασαν. Κι αφού πέρασαν οι ώμοι μου, ήξερα ότι θα μπορούσα να πεταχτώ έξω.

» Έβαλα και τα δύο μου χέρια στη φωτιά σε αυτή τη φάση. Τα γάντια μου κανονικά είναι κόκκινα, οπότε είδα ότι, ειδικά το αριστερό άλλαζε χρώμα. Είχε αρχίσει να λιώνει και να γίνεται κατάμαυρο. Ένιωσα πόνο -αλλά και την ανακούφιση ότι είχα βγει από το αυτοκίνητο. Κάνω να πηδήξω τη μπαριέρα. Ένιωσα τον Ίαν Ρόμπερτς, τον γιατρό της Φόρμουλα 1, να με τραβάει από τη στολή. Άρα ήξερα ότι δεν είμαι μόνος μου και ότι υπάρχει κάποιος δίπλα μου.

» Προσγειώνομαι και με πιάνουν από την πλάτη. Είμαι σε φάση ‘γαμώτο, έχω γίνει σαν φλεγόμενη σφαίρα. Έχω την εικόνα, αυτήν που έχουμε δει σε βίντεο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Αυτοκινήτου όπου κάνουν δοκιμές. Βάζουν φωτιά σε έναν άνθρωπο και εκείνος τρέχει, μόνο και μόνο για να δείξουν ότι οι στολές αντέχουν. Κι έχω την ίδια εικόνα ότι έχω λαμπαδιάσει εγώ και η φωτιά τρέχει από πίσω μου.

» Τινάζω τα χέρια μου επειδή καίνε και πονάω. Βγάζω τα γάντια αμέσως, επειδή έχω επίσης την εικόνα στο μυαλό μου, με το δέρμα να βγάζει φουσκάλες, να λιώνει και να κολλάει στο γάντι. Γι’ αυτό αμέσως, θέλω να βγάλω τα γάντια για να μη βγει η σάρκα μου μαζί με τα γάντια.

» Τότε έρχεται ο Ίαν να με δει. Μου μιλάει και μου λέει ‘κάτσε κάτω!’ Τον βρίζω, λέγοντας ‘να μου μιλάς κανονικά, σε παρακαλώ’. Πιστεύω ότι κατάλαβε ότι ήμουν ΟΚ και ότι ήμουν εντάξει εκείνη τη στιγμή. Καθόμαστε πολύ κοντά στη φωτιά και ακούω τους κριτές με τους πυροσβεστήρες να φωνάζουν ‘καίγεται η μπαταρία, φέρτε κι άλλους πυροσβεστήρες, φέρτε κι άλλους πυροσβεστήρες.

» Με πάνε στο ιατρικό αυτοκίνητο και με βάζουν να καθίσω. Μου βάζουν κρύες κομπρέσες στα χέρια μου, γιατί τους είπα ότι καίγονται, όπως και ότι έχω σπάσει το πόδι μου. Εκείνη τη στιγμή ο πόνος γίνεται πολύ δυνατός, ιδιαίτερα στο αριστερό μου πόδι. Τα χέρια μου ήταν ΟΚ, αλλά το πόδι με πονούσε πάρα πολύ.

» Ο Ίαν μού εξήγησε ότι το ασθενοφόρο έρχεται, ‘θα σε πάρουν με το φορείο και θα είσαι μια χαρά’. Και τότε εγώ είπα στον γιατρό ‘όχι, όχι, όχι, να περπατήσουμε ως το ασθενοφόρο. Μου είπε ‘όχι, όχι, όχι, έρχεται το φορείο. Κι εγώ επέμενα ‘όχι, όχι, όχι’. Οπότε βγήκα από το ιατρικό αυτοκίνητο και είπα ‘τώρα περπατάμε’, οπότε ο γιατρός είπε ‘ΟΚ, σε βοηθάμε’.

» Υποθέτω ότι από ιατρικής πλευράς, το να περπατήσω, δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Αλλά με κατάλαβαν ότι, για εμένα, το κλειδί εκείνη τη στιγμή ήταν να υπάρχει βιντεοσκοπημένο υλικό με εμένα να πηγαίνω όρθιος, βαδίζοντας προς το ασθενοφόρο. Παρόλο που είχα βγει μέσα από τη φωτιά, χρειαζόταν να στείλω ένα ακόμη πιο ισχυρό μήνυμα ότι ήμουν εντάξει και ήμουν σε θέση να περπατήσω.

» Από εκείνη τη στιγμή και πέρα, σε όποιον με πλησίαζε του έλεγα ‘δύο καμένα χέρια, ένα σπασμένο πόδι’. Αυτό μόνο, γιατί φοβόμουν για την κατάστασή μου και ήθελα όλοι όσοι ερχόντουσαν προς το μέρος μου για να με φροντίσουν να ξέρουν ακριβώς τα συμπτώματα που είχα.

» Οπότε, αυτή είναι, μάλλον η όλη ιστορία των 28 δευτερολέπτων και όσων επακολούθησαν. Όμως, όπως φαντάζεστε, αυτά τα 28 δευτερόλεπτα έμοιαζαν πολύ περισσότερα με όλες αυτές τις σκέψεις που έκανα. Θα πρέπει να ήταν μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου, αλλά τώρα μου φαίνεται σαν να χρειάστηκα ένα, δύο ή τρία δευτερόλεπτα για καθετί που σκέφτηκα».