Την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% ενέκρινε σήμερα (26.07.2021) το Υπουργικό Συμβούλιο.
Από 1η Ιανουαρίου 2022, ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται από τα 650 ευρώ στα 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο. Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί- επιστημονικοί φορείς και η Τράπεζα της Ελλάδος.
Η κυβέρνηση αποφάσισε για την αύξηση του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τη σωρευτική ύφεση 6,29% για το 2019 και το 2020 και τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη 3,3%-4,3% το 2021. Όπως σημειώνουν στο υπουργείο Εργασίας πρόκειται μια λελογισμένη αύξηση η οποία αντανακλά τις μέχρι τώρα επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας και δεν βάζει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 (5,3% – 6%) οι οποίες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές, θα ληφθούν υπόψη μαζί με τα απολογιστικά στοιχεία που θα υπάρχουν τότε, κατά τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού που θα γίνει το 2022.
Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18-02-2019 του υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος.
Αντίστοιχα από 1-1-2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ το μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών) ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1-1-2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ. Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης).
Η προβλεπόμενη διαδικασία για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2020 με τη συγκρότηση της τριμελούς επιτροπής συντονισμού της διαβούλευσης. Ωστόσο, οι εξελίξεις με την πανδημία κατέστησαν επιβεβλημένη την μετάθεσή της έναρξης της διαβούλευσης αρχικά για το Σεπτέμβριο του 2020, στη συνέχεια το Νοέμβριο του 2020, και εν τέλει, το Μάρτιο του 2021. Η διαδικασία της διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 103 του Ν. ν.4172/2013 ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, με την αποστολή του πορίσματος που συνέταξε το ΚΕΠΕ σε συνεργασία με 5μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων.
Ποιοι τάχθηκαν υπέρ του «παγώματος»
Υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού τάχθηκαν οι εργοδοτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων. Υπέρ του παγώματος επίσης ή της πολύ περιορισμένης αύξησης τάχθηκαν οι επιστημονικοί φορείς που συμμετείχαν στη διαδικασία διαβούλευσης συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η ΓΣΕΕ πρότεινε άμεση αύξηση στα 751 ευρώ μηνιαίως (15,5%) με την προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ. Στο τελικό πόρισμα της διαβούλευσης το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι είναι σκόπιμο «η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να ανασταλεί έως ότου αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης», ενώ ορισμένα άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό έως και 4% (26 ευρώ) θεωρώντας ότι αυτό θα στείλει ένα θετικό σήμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ