[ Κορονοϊός ] Μια άλλη μελέτη διαπίστωσε ότι πολλοί από αυτούς τους ασθενείς είχαν ασυνήθιστα “κολλώδες” αίμα που τείνει να πήζει εύκολα.
“Καθώς μαθαίναμε περισσότερα για τη σύνδεση μεταξύ θρόμβων αίματος και COVID-19, γνωρίζαμε ότι η ασπιρίνη -που χρησιμοποιείται για την πρόληψη εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής προσβολής- θα μπορούσε να είναι σημαντική για τους ασθενείς με COVID-19″, λέει ο δρ. Jonathan Chow, επίκουρος καθηγητής αναισθησιολογίας και ιατρική σε ΜΕΘ στη Σχολή Ιατρικής και Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου George Washington.
Κορονοϊός: Σε τι βοηθάει η ασπιρίνη
“Αραιώνοντας” το αίμα, η ασπιρίνη βοηθά στην πρόληψη του σχηματισμού θρόμβων, οι οποίοι μπορούν να μπλοκάρουν τα αιμοφόρα αγγεία που τροφοδοτούν την καρδιά, τον εγκέφαλο, τους πνεύμονες και άλλα ζωτικά όργανα.
Ένας ευρέως αναγνωρισμένος περιορισμός της ασπιρίνης ως προληπτικής θεραπείας είναι ότι οδηγεί σε μικρή αύξηση του κινδύνου αιμορραγίας.
Δεδομένου του χαμηλού κόστους της ασπιρίνης και της συνολικής ασφάλειας και αποτελεσματικότητάς της σε καρδιαγγειακές παθήσεις, ο δρ. Chow και οι συνεργάτες του αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν πιλοτική μελέτη σε νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19.
Η ανάλυσή τους δείχνει ότι μια χαμηλή δόση ασπιρίνης λίγο πριν ή μετά την εισαγωγή στο νοσοκομείο σχετίζεται με σημαντικά μειωμένη ανάγκη για μηχανική υποστήριξη αναπνοής, εισαγωγή σε ΜΕΘ και πιθανότητας θανάτου στο νοσοκομείο.
Επίσης, οι ερευνητές δεν βρήκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η ασπιρίνη αύξησε τον κίνδυνο αιμορραγίας.
“Η ασπιρίνη είναι χαμηλού κόστους, εύκολα προσβάσιμο φάρμακο και εκατομμύρια ατόμων το χρησιμοποιούν ήδη για να θεραπεύσουν τις παθήσεις τους. Η εύρεση αυτής της σύνδεσης είναι μια τεράστια νίκη για όσους θέλουν να μειώσουν τον κίνδυνο από μερικά από τα πιο καταστροφικά αποτελέσματα της COVID-19″, είπε ο δρ. Chow.
Εκτός από την πρόληψη της πήξης, η ασπιρίνη μειώνει τα επίπεδα ενός ανοσοποιητικού μορίου σηματοδότησης στο αίμα. Πρόκειται για μια κυτοκίνη που ονομάζεται ιντερλευκίνη-6 (IL-6). Το μόριο αυτό σχετίζεται με την ανοσολογική αντίδραση (γνωστή και ως “καταιγίδα κυτοκίνης”), που μπορεί να επηρεάσει άτομα με COVID-19 σε ΜΕΘ.
Η μελέτη δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Anesthesia & Analgesia.
Κορονοϊός: Πώς έγινε η έρευνα για την ασπιρίνη
Οι συγγραφείς τονίζουν ότι είναι ανάγκη και άλλοι ερευνητές να διεξάγουν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές για να επιβεβαιώσουν τα ευρήματά τους.
Η αναδρομική τους μελέτη ανέλυσε τα αρχεία 412 ενηλίκων με COVID-19 που εισήχθησαν σε ένα από τα πολλά νοσοκομεία στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ Μαρτίου 2020 και Ιουλίου 2020.
Από αυτούς, οι 98 έλαβαν ασπιρίνη την εβδομάδα πριν από την εισαγωγή ή κατά τις πρώτες 24 ώρες μετά την εισαγωγή. Οι ερευνητές συνέκριναν τα αποτελέσματα για αυτά τα άτομα με εκείνα για τα 314 άτομα που δεν έλαβαν ασπιρίνη.
Μεταξύ αυτών που λάμβαναν ασπιρίνη, η μέση ημερήσια δόση ήταν 81 mg και η μέση διάρκεια της θεραπείας ήταν 6 ημέρες.
Στην ανάλυση των δεδομένων, οι ερευνητές έλαβαν υπόψη και άλλες μεταβλητές που επηρεάζουν τη σοβαρότητα της COVID-19, όπως η ηλικία, το φύλο, ο Δείκτης Μάζας Σώματος, η φυλή, η υπέρταση και ο διαβήτης.
Μετά από αυτές τις προσαρμογές, η χρήση ασπιρίνης συσχετίστηκε με:
- 43% μειωμένο κίνδυνο εισαγωγής σε ΜΕΘ
- 44% μειωμένη ανάγκη για μηχανική υποστήριξη αναπνοής και
- 47% μειωμένο κίνδυνο θανάτου στο νοσοκομείο
Αν και δεν υπήρξαν ενδείξεις ότι η ασπιρίνη αύξησε τον κίνδυνο αιμορραγίας, οι συγγραφείς συνιστούν προσοχή:
«Μέχρι να πραγματοποιηθεί μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή ασπιρίνης, είναι επιτακτική ανάγκη είναι όλοι προσεκτικοί και να εξισορροπούν τους γνωστούς κινδύνους της ασπιρίνης με τα πιθανά οφέλη της σε ασθενείς που πάσχουν από COVID-19″.
Κορονοϊός: Περιορισμοί της έρευνας για την θρόμβωση και την ασπιρίνη
Οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία διαφορά στην εμφανή θρόμβωση μεταξύ των ομάδων ασπιρίνης και μη ασπιρίνης. Η υπερβολική θρόμβωση είναι ο όρος για μεγάλους θρόμβους αίματος που εμφανίζονται σε τυπικές διαγνωστικές απεικονίσεις.
Ωστόσο, επισημαίνουν ότι ο αριθμός των περιπτώσεων θρόμβωσης στις δύο ομάδες ήταν χαμηλός, γεγονός που περιορίζει τη στατιστική αξιοπιστία αυτού του ευρήματος.
Επιπλέον, σημειώνουν ότι οι μικροί θρόμβοι αίματος (μικροθρόμβοι) είναι δύσκολο να εντοπιστούν χωρίς τη χρήση πιο εξειδικευμένων, μη τυπικών τεχνικών απεικόνισης.
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι το μέγεθος του δείγματος τους ήταν μέτριο και ότι η μελέτη ήταν παρατηρητική, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούσε να αποδείξει ότι η ασπιρίνη μείωσε τη σοβαρότητα του COVID-19 σε νοσοκομειακούς ασθενείς (σχέση αιτίας-αποτελέσματος).
Για παράδειγμα, κάποιοι συμμετέχοντες που έλαβαν ασπιρίνη μπορεί να έχουν λάβει διαφορετικές ιατρικές θεραπείες λόγω υποκείμενων παθήσεων. Αυτό σίγουρα επηρεάζει τα αποτελέσματα.
Οι ερευνητές δεν μπόρεσαν επίσης να λάβουν υπόψη άλλα φάρμακα που μπορεί να έπαιρναν οι ασθενείς και τα οποία θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο θρόμβων αίματος, όπως αντισυλληπτικά χάπια και θεραπεία αντικατάστασης ορμονών (HRT).