Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς σάρωσε τις κούπες, εγχώριες και ευρωπαϊκές, με τις ομάδες που τίμησε με την παρουσία του στους πάγκους. Γεννήθηκε στην Ενωμένη Γιουγκοσλαβία στις 29 Οκτωβρίου του 1943 στο Βελιγράδι. Λίγο πριν κλείσει τα 15 του στα μικρά τμήματα της Ραντνίτσκι στο Βελιγράδι.
Ο Ντούσαν κατόρθωσε και συνδύασε με επιτυχία και την ενασχόληση με το μπάσκετ, αγωνιζόμενος για πάνω από μια δεκαετία με τα χρώματα της ΚΚ, αλλά και τη μόρφωσή του, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου ακριβώς στο διάστημα που η Γιουγκοσλαβία διένυσε την πιο παραγωγική περίοδό στη σύγχρονη ιστορία της και σε οικονομικό και σε πολιτικό επίπεδο.
Ο αδερφός του ήταν προπονητής στην Ραντίνσκι και κατάφερε μάλιστα να πάρει και πρωτάθλημα το 1973.
Συνολικά στην Ραντίνσκι έπαιξε 10 χρόνια, και σε αυτή την ομάδα ξεκίνησε την προπονητική ως βοηθός, το 1977.
Την επόμενη χρονιά, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς αναλαμβάνει ρόλο πρώτου προπονητή στην Παρτιζάν, 36 χροών, μετά την και οδηγεί την ομάδα σε τρεις τίτλους μέσα σε μια χρονιά (πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας, κύπελλο Γιουγκοσλαβίας και Κύπελλο Κόρατς, όπου η Παρτιζάν κάνει το repeat).
Με αυτό τον τρόπο ο «Ντούντα» καταφέρνει να κάνει το triple crown μόλις την πρώτη του χρονιά σαν προπονητής, δείχνοντας το μεγαλείο του. Επίτευγμα που επανέλαβε πάλι με την Παρτιζάν ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς 13 χρόνια μετά.
Το 1980 έρχεται στην Ελλάδα για να προπονήσει τον Άρη. Τα δύο χρόνια του στον Άρη δε στέφθηκαν από επιτυχίες, αλλά κατάφερε να εδραιώσει την ομάδα στις 3 πρώτες θέσεις του πρωταθλήματος, έχοντας στο ρόστερ τον Νίκο Γκάλη με τον οποίο όμως ήρθε σε σύγκρουση ουκ ολίγες φορές. Τελικά το 1982 εγκατέλειψε τον Άρη και στη θέση του επέστρεψε ο Γιάννης Ιωαννίδης, που οδήγησε την ομάδα σε 8 πρωταθλήματα τα επόμενα χρόνια.
Το 1982 επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία για να αναλάβει τη Σιμπένκα. Στην ομάδα έπαιζε τότε, στα 18 του χρόνια, ο Ντράζεν Πέτροβιτς. Η άγνωστη κροατική Σιμπένκα κατακτά την πρώτη θέση στην κανονική περίοδο του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος. Το έχασε για μια απόφαση διαιτητική που αρχικά ήταν υπέρ της Σιμπένκα, όμως μετά το ματς δόθηκε στην αντίπαλο Μπόσνα και κηρύχτηκε επανάληψη. Αρνήθηκε να παίξει, και έδωσε το πρωτάθλημα στην Μπόσνα.
Την ίδια χρονιά η Σιμπένκα φτάνει στον τελικό του Κυπέλλου Κόρατς για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά (την προηγούμενη το είχε χάσει).
Την άλλη χρονιά ο Πέτροβιτς φεύγει για την Τσιμπόνα, όπου θα αρχίσει τη μεγάλη του ευρωπαϊκή και παγκόσμια σταδιοδρομία, και η Σιμπένκα για 4 χρόνια μένει μακριά από τις διακρίσεις, ευρισκόμενη μεταξύ 4ης και 6ης θέσης στο πρωτάθλημα, πορείες όμως που θεωρούνταν απόλυτα ικανοποιητικές. Το 1987 ο «Ντούντα» πάει στην Βοϊβοντίνα, ομάδας Β’ κατηγορίας της Γιουγκοσλαβίας. Την πρώτη σεζόν κερδίζει την άνοδο στην πρώτη κατηγορία, και τη σεζόν 1989-90 η Βοϊβοντίνα παίρνει την 5η θέση και εξασφαλίζει την έξοδό της στο Κύπελλο Κόρατς της επόμενης χρονιάς.
Η επιστροφή του στην Ελλάδα έρχεται το 1991, όταν ο ΠΑΟΚ έχοντας κατακτήσει ήδη το Κύπελλο Κυπελλούχων την προηγούμενη σεζόν υπό τις οδηγίες του Ντράγκαν Σάκοτα, ψάχνει να βρει τον προπονητή που θα τον οδηγήσει στο Πρωτάθλημα Ελλάδας, που ο ΠΑΟΚ είχε να κατακτήσει από το 1959.
Την πρώτη χρονιά του στον πάγκο, ο ΠΑΟΚ καταφέρνει να πάρει το πρωτάθλημα με εμφατική νίκη (82-97) μέσα στο ΣΕΦ επί του Ολυμπιακού του Ιωαννίδη, και φτάνει πάλι στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, όπου όμως θα χάσει με 65-63 από τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Την επόμενη χρονιά, με αρκετές αλλαγές, καταφέρνει και πάλι να βγει πρώτος στην κανονική διάρκεια και φτάνει για 1η φορά το δικέφαλο του Βορρά στο φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας, όπου κατέλαβε την τρίτη θέση.
Την επόμενη χρονιά (1993-94), το ρόστερ του ΠΑΟΚ αλλάζει και πάλι σημαντικά με την αποδέσμευση λόγω οικονομικών προβλημάτων των Μπάρλοου και Λέβινγκστον και την επεισοδιακή αποχώρηση του αρχηγού του Παναγιώτη Φασούλα ο οποίος συμφώνησε με τον Ολυμπιακό. Στην θέση τους έρχονται οι Γουόλτερ Μπέρι και Ζόραν Σάβιτς, καθως και ο Νάσος Γαλακτερός. Τον Ιανουάριο του 1994 όμως ο Ίβκοβιτς εγκαταλείπει την ομάδα λόγω προβλημάτων με τη διοίκηση του συλλόγου. Τη θέση του παίρνει ο μέχρι τότε βοηθός του, Σούλης Μαρκόπουλος, που θα οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς.
Ο Ίβκοβιτς παρέμεινε στην Ελλάδα και Τα δύο επόμενα χρόνια (1994-96) είναι προπονητής στον Πανιώνιο, με τον οποίο τη δεύτερη χρονιά παραλίγο να φτάσει στον τελικό του πρωταθλήματος.
Τελικά όμως θα καταφέρει να βγάλει την ομάδα στην Ευρωλίγκα για πρώτη φορά στην ιστορία της, “σκουπίζοντας” με 3-0 στο μικρό τελικό την παλιά του ομάδα, τον ΠΑΟΚ.
Το καλοκαίρι του 1996 ο Ίβκοβιτς ξεκινά την μεγάλη ιστορία του στον Ολυμπιακό, που μόλις είχε απολύσει τον Ιωαννίδη. Όπως είχε γίνει και στον Άρη, με τον Ιωαννίδη να αντικαθιστά τότε και πάλι τον Ίβκοβιτς.
Η ομάδα αρχικά έχει πολλά σκαμπανεβάσματα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Στο δεύτερο μισό της περιόδου η ομάδα βρίσκει τα πατήματά της, κατακτά πρώτα το Κύπελλο Ελλάδας και στη συνέχεια κάνει μερικές εντυπωσιακές νίκες, με πιο σημαντικές τις δύο επί του Παναθηναϊκού με μειονέκτημα έδρας στα προημιτελικά της Ευρωλίγκας (49-69 εκτός, 65-57 εντός), και δίνει το παρών στο φάιναλ φορ της Ρώμης.
Εκεί, αφού κερδίζει με 74-65 την Ολίμπια Λουμπλιάνας στον ημιτελικό, διασύρει με 73-58 στον τελικό τη Μπαρτσελόνα και κατακτά την Ευρωλίγκα για πρώτη φορά στην ιστορία του Ολυμπιακού! Την επιτυχία αυτή συμπληρώνει με την κατάκτηση και του πρωταθλήματος (3-1 την ΑΕΚ στους τελικούς) και κάνει έτσι το triple crown.
Την επόμενη χρονιά ο Ολυμπιακός αποδυναμώνεται από τη φυγή του Ρίβερς, και στην Ευρώπη αποκλείεται από την Παρτιζάν στους 16, ενώ στο πρωτάθλημα δε φτάνει ούτε στον τελικό.
Η επόμενη χρονιά φαίνεται να πηγαίνει καλύτερα, με τον Ολυμπιακό να φτάνει στο φάιναλ φορ του Μονάχου όπου βγήκε τρίτος και στο πρωτάθλημα έχει το πλεονέκτημα έδρας στους τελικούς απέναντι στον Παναθηναϊκό, και εν τέλει χάνει και το πρωτάθλημα. Ο Ντούντα φεύγει από την ομάδα.
Η ΑΕΚ είναι ο επόμενος σταθμός του, που και πάλι (!!) αντικαθιστά το Γιάννη Ιωαννίδη, που είχε επιστρέψει στον Ολυμπιακό.
Φτιάχνει μια νεανική ομάδα με τους Μιχάλη Κακιούζη, Δήμο Ντικούδη, Νίκο Χατζή, Νίκο Ζήση, Ιάκωβο Τσακαλίδη και Γιάννη Μπουρούση μεταξύ άλλων.
Με την ΑΕΚ κατακτά δύο κύπελλα Ελλάδας στα δύο χρόνια που είναι προπονητής (2000 και 2001) και το Κύπελλο Σαπόρτα (πρώην Κυπελλούχων) 32 χρόνια μετά τον πρώτο θρίαμβο της ΑΕΚ στο Κύπελλο Κυπελλούχων το 1968. Το 2001 τελικά φεύγει από την ΑΕΚ, δίνοντας τη σκυτάλη στον Ντράγκαν Σάκοτα, έχοντας προετοιμάσει την ομάδα για το πρωτάθλημα που θα κατακτήσει την επόμενη χρονιά (2002) με τον Σάκοτα στον πάγκο.
Το καλοκαίρι του 2002 φεύγει από την Ελλάδα και πάει στην Ρωσία, στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, φέρνοντας από την ΑΕΚ τους Δήμο Ντικούδη και Τζέι Αρ Χόλντεν, και από τον Ολυμπιακό τον Θοδωρή Παπαλουκά.
Με την ΤΣΣΚΑ κατακτά 3 πρωταθλήματα Ρωσίας (2003, 2004, 2005) και ένα κύπελλο (2005) και συμμετέχει σε 3 φάιναλ φορ, χωρίς όμως να φτάσει ούτε σε τελικό σε κάποιο από αυτά. Το 2005, με το φάιναλ φορ να γίνεται στη Μόσχα και την ΤΣΣΚΑ να έχει φτιάξει “ομάδα NBA” με τους Μάρκους Μπράουν, Αντόνιο Γκρέιντζερ, Χόλντεν, Άντερσεν, Λάνγκντον κ.ά., και έχοντας παραμείνει αήττητη για πάνω από 60 παιχνίδια σε Ρωσία και Ευρώπη, φάνταζε ως το απόλυτο φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου, αλλά τελικά βγήκε μόνο 4η, χάνοντας από την Τάου Κεράμικα στον ημιτελικό και από τον Παναθηναϊκό στον μικρό τελικό. Μετά από αυτή την απογοήτευση, ο Ίβκοβιτς φεύγει από τον πάγκο της ΤΣΣΚΑ και τη θέση του παίρνει ο Ετόρε Μεσίνα.
Μένει στην Μόσχα και αναλαμβάνει τη Ντιναμό Μόσχας, που έχει και αυτή ελληνικό στοιχείο, με Αντώνη Φώτση και Λάζαρο Παπαδόπουλο. Το 2006 κατακτά με τη Ντιναμό το ULEB Cup (75-60 στον τελικό τον Άρη) και την άλλη χρονιά φτάνει ως τους 8 της Ευρωλίγκας, όπου αποκλείεται όμως από τον Παναθηναϊκό, που τελικά θα στεφθεί πρωταθλητής στην Αθήνα απέναντι στην παλιά ομάδα του Ίβκοβιτς, την ΤΣΣΚΑ.
Μετά από 3 χρόνια απουσίας από τους πάγκους των συλλόγων και ενασχόλησης με την εθνική Σερβίας, το καλοκαίρι το 2010 αναλαμβάνει ξανά Ολυμπιακό 11 χρόνια μετά την αποχώρησή του, με τους οπαδούς να τον δέχονται με θέρμη.
Η πρώτη του χρονιά αρχίζει φανταστικά, κερδίζει 2 φορές τον Παναθηναϊκό στην κανονική διάρκεια και τερματίζει πρώτος με ρεκόρ 26-0 (μοναδικό ρεκόρ για την Α1 από την εποχή του Άρη που είχε κάνει 18-0 τις σεζόν 1986-87 και 1987-88), ενώ στην Ευρώπη διαλύει τη Σιένα με το απίστευτο 89-41 στο πρώτο ματς των προημιτελικών. Η συνέχεια όμως δεν είναι η ίδια, καθώς οι ερυθρόλευκοι χάνουν τα επόμενα 3 ματς από τη Σιένα και μένουν εκτός φάιναλ φορ, ενώ χάνουν και το πρωτάθλημα από τον ΠΑΟ παρά το πλεονέκτημα έδρας (1-3), και έτσι ο μόνος τίτλος της χρονιάς είναι το κύπελλο.
Με το τέλος της χρονιάς ο Ολυμπιακός μένει “μισός” καθώς αποχωρούν οι Θοδωρής Παπαλουκάς, Γιάννης Μπουρούσης, Σοφοκλής Σχορτσιανίτης, Ράσο Νεστέροβιτς, Μίλος Τεόντοσιτς, Τζαμόν Γκόρντον κ.ά., και έτσι ο Ίβκοβιτς για την επόμενη χρονιά βασίζεται σε παίκτες που τις προηγούμενες χρονιές είτε έπαιζαν λίγο ως ελάχιστα στον Ολυμπιακό είτε ήταν δανεικοί σε άλλες ομάδες, όπως οι Σλούκας, Μάντζαρης, Παπανικολάου, Κατσίβελης, με τις μόνες προσθήκες να είναι οι Αμερικανοί Κάιλ Χάινς, Έισι Λο και Τζόι Ντόρσεϊ.
Έτσι, η σεζόν 2011-12 μπαίνει χωρίς κανείς να περιμένει πως ο Ολυμπιακός θα κάνει σπουδαία πράγματα, είτε σε Ευρώπη είτε σε πρωτάθλημα.
Είχε φτάσει η ώρα όμως η «αρμάδα» του Ντούντα να δείξει τα δόντια της. Μπήκε στους 8 με μειονέκτημα έδρας, πάλι απέναντι στη Σιένα. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά. Με τους νεαρούς παίκτες του Ολυμπιακού να κάνουν υπερπροσπάθεια σε όλη τη σεζόν και να βρίσκουν την καλύτερη φόρμα στο κατάλληλο σημείο, οι ερυθρόλευκοι κερδίζουν μέσα στην Ιταλία τη Σιένα και συμπληρώνουν το θρίαμβό τους με δύο νίκες στο ΣΕΦ, που τους φέρνουν στο φάιναλ φορ της Κωνσταντινούπολης, χωρίς κανείς να το περιμένει!
Οι ερυθρόλευκοι πετυχαίνουν στον μικρό τελικό την Μπερτσελόνα, όπου με ηγέτη τον Σπανούλη και με έναν «θηριώδη» Ντόρσεϊ περνούν και τους μπλαουγκράνα και πάνε τελικό. Όλοι σχεδόν είχαν συμβιβαστεί με το θρίαμβο της 2ης θέσης, μιας και η ΤΣΣΚΑ ήταν απλά τρομακτική.
Για μια ακόμα όμως φορά ο Ολυμπιακός του Ίβκοβιτς έκανε την υπέρβαση. Γυρνώντας από μια διαφορά -19 και στο τελευταίο σουτ του ματς (το «πεταχτάρι» του Πρίντεζη») ο Ολυμπιακός κάνει την Ευρώπη και τον κόσμο να παραμιλά. Για μια ακόμα φορά ο Ίβκοβιτς αποδεικνύει πως είναι «θρύλος».
Ακολουθεί αξέχαστο πανηγύρι μέσα στην Κωνσταντινούπολη από τους 5.000 οπαδούς των ερυθρόλευκων, και ο Ολυμπιακός έρχεται στην Ελλάδα σαν πρωταθλητής Ευρώπης μετά από 15 χρόνια για να κατακτήσει τελικά και το πρωτάθλημα νικώντας με 3-2 τον Παναθηναϊκό στη σειρά των τελικών.
Μετά από το μεγάλο θρίαμβο ο «Ντούντα» δηλώνει ότι αποχωρεί από την ομάδα, οι καρποί όμως της δουλειάς του γίνονται εμφανείς την επόμενη χρονιά, οπότε η ομάδα του Πειραιά με μικρές αλλαγές στο ρόστερ και προπονητή το Γιώργο Μπαρτζώκα θα κατακτήσει πάλι την Ευρωλίγκα, κάνοντας έτσι το repeat με δύο διαφορετικούς προπονητές (κάτι που είχε καταφέρει ο Ίβκοβιτς στην Παρτιζάν στην πρώτη χρονιά της καριέρας του σαν προπονητής, οπότε πήρε το 2ο συνεχόμενο κύπελλο Κόρατς με την ομάδα το 1979, και το πρώτο το είχε πάρει ο Ράνκο Ζεράβιτσα το 1978).
Μετά από δύο χρόνια μη ενασχόλησης με την Εθνική Σερβίας το 2014, συμφώνησε με την τουρκική Ανατολού Εφές, από την οποία αποχώρησε το 2016, έχοντας κατακτήσει το Κύπελλο Τουρκίας το 2015.
Αυτή ήταν και η τελευταία ομάδα που προπόνησε, καθώς αποχώρησε στη συνέχεια από την προπονητική.
Ο τεράστιος Ντούσαν Ίβκοβιτς, δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Ντούντα, σε ευχαριστούμε!
πηγή newsit.gr