Ο Αμπελκά μίλησε στο «Μαζί σου» για τη δύσκολη ζωή του στη ΛΔ του Κονγκό, τη σύλληψη και τον βασανισμό του, την απόφασή του να εγκαταλείψει την πατρίδα του με τη μικρή Βαλεντίν και τη ζωή τους στην Ελλάδα – Τι τον ώθησε να «στήσει» την ιστορία της εξαφάνισής της και τι είναι αυτό που ζητά από τους Έλληνες
Για τη δύσκολη ζωή του στην πατρίδα του, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την απόφασή του να φύγει με την κόρη του και να έρθει στην Ελλάδα και τους λόγους που τον ώθησαν να κατασκευάσει την ιστορία της εξαφάνισής της για να τη στείλει στη μητέρα της στη Γαλλία, μίλησε σήμερα στο «Μαζί σου» ο πατέρας της 7χρονης Βαλεντίν.
Ο πατέρας του κοριτσιού, ο οποίος αφέθηκε εχθές ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, αναφέρθηκε στους άγριους βασανισμούς που υπέστη από τις Αρχές της χώρας του στο παρελθόν, όταν συνελήφθη και φυλακίστηκε επειδή τραβούσε φωτογραφίες κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης. Όπως είπε στην εκπομπή της Τατιάνας Στεφανίδου, επί 16 μέρες ήταν κρατούμενος σε διαφορετικά μέρη, και κάθε μία από αυτές τις μέρες υποβάλλόταν σε φρικτά βασανιστήρια. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι μία μέρα τον είχαν κρεμασμένο ανάποδα για περίπου οκτώ ώρες, ρίχνοντάς του κλωτσιές και γροθιές.
Όπως εξήγησε στη σύλληψή του, την περίοδο της σύλληψης είχε ήδη γεννηθεί η κόρη του, και αυτό που του έδινε κουράγιο ήταν η ελπίδα που είχε μέσα του.
Όσον αφορά τη σχέση του με τη μαμά της μικρούλας, ο Αμπελκά εξηγεί ότι ποτέ δεν παντρεύτηκαν. «Δεν ήμασταν ποτέ παντρεμένοι. Ήταν μια φίλη μου, ζούσε σπίτι της και εγώ στο δικό μου». Από τα τέσσερα χρόνια του κοριτσιού ανέλαβε μόνος του την ανατροφή της, αφού η μητέρα της Βαλεντίν έφυγε και την εγκατέλειψε. Έτσι ανέλαβε να μεγαλώσει το κορίτσι μόνος του, μόνο με λίγη βοήθεια από τα αδέλφια του.
Αναφερόμενος στην απόφασή του να εγκαταλείψει την χώρα του και να ξεκινήσει ένα μακρύ ταξίδι για να φτάσει στην Ελλάδα, είπε ότι ήταν πολύ δύσκολη, αλλά ήταν μονόδρομος. «Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν ότι αγαπώ πολύ την κόρη μου. Τότε πίστευα ότι η μαμά της είχε πεθάνει, άρα το μόνο άτομο που είχε την ευθύνη να τη μεγαλώσει ήμουν εγώ. Δεν μπορούσα να αφήσω πίσω την κόρη μου πίσω, ήμουν ο μόνος που μπορούσα να σταθώ πλάι της», λέει στο «Μαζί σου», εξηγώντας ότι έπρεπε να την πάρει μαζί του αφού, αν πάθαινε ο ίδιος κάτι, η μικρή θα απέμενε μόνη της στον κόσμο.
Όπως λέει, έφυγαν μαζί από τη ΛΔ του Κονγκό στις 8 Οκτωβρίου. «Δεν ήταν καθόλου εύκολο να αφήσω πίσω τη χώρα μου, στην οποία γεννήθηκα. Για να σώσω την ζωή της κόρης μου δεν είχα καμία άλλη επιλογή. Αν πέθαινα δεν υπήρχε κανείς να τη φροντίσει». Σύμφωναμε τον ίδιο, πατέρας και κόρη πέρασαν έναν χρόνο ταξιδεύοντας, μείον 2-3 μέρες, και κατάφεραν να φτάσουν στην Ελλάδα «με τη χάρη του Θεού» (ο ίδιος δηλώνει χριστιανός πεντηκοστιανός).
«Συναντήσαμε ανθρώπους που μας βοηθούσαν», λέει ο Αμπελκά, περιγράφοντας πώς κατάφερνε να βρίσκει φαγητό για την κόρη του στο δύσκολο ταξίδι. «Εγώ θυσιαζόμουν. Για 2-3 μέρες δεν έτρωγα τίποτα, όταν έβρισκα φαγητό το φυλούσα για τη Βαλεντίν».
Σχετικά με τη ζωή τους στην Ελλάδα, και το πώς επιβίωναν εδώ, ο Αμπελκά ανέφερε ότι μαζί με την κόρη του λάμβαναν βοήθεια από διάφορες οργανώσεις που έφτανε τα 200-300 ευρώ κάθε μήνα. «Με αυτά έπρεπε να πληρώσουμε τα πάντα, νοίκι, φαγητό υποχρεώσεις», εξηγεί.
Πώς έμαθε ότι η μαμά της Βαλεντίν είναι ζωντανή
Σύμφωνα με τον Αμπελκά, ανακάλυψε ότι η μαμά της Βαλεντίν ζει όταν έφτασε στην Αθήνα. «Κατέβαλα προσπάθειες για να βρω τα στοιχεία επικοινωνίας της. Βρήκα το κινητό και μιλήσαμε. Στις 19 Μάρτη έφυγα από Αθήνα και πήγα στη Γαλλία για να τη δω μόνος μου, ενώ η Βαλεντίν έμεινε με μια φίλη. Τη συνάντησα, μου είπε την δική της ιστορία και επέστρεψα», αναφέρει περιγράφοντας το ταξίδι του, κατά το οποίο διαπίστωσε ότι η ζωή της μικρούλας θα ήταν καλύτερη με τη μαμά της, απ’ ό,τι εδώ μαζί του.
Έτσι αποφάσισε ότι έπρεπε να τη στείλει στο Παρίσι, παρά το γεγονός ότι θα του ήταν πολύ δύσκολο να την αποχωριστεί. «Ήμουν πολύ συνηθισμένος να είμαι μαζί της, είναι ο μόνος άνθρωπος που έχω στη ζωή. Όταν είμαι κοντά της ξεχνάω όλες μου τις δυσκολίες, εκείνη μου δίνει δύναμη. Η σκέψη της με κρατούσε στη ζωή όταν ένιωθα έτοιμος να παραιτηθώ. Μπορώ να κάνω τα πάντα για εκείνη».
Είπα ψέματα γιατί φοβήθηκα την τιμωρία
Αναφορικά με το ψέμα που δημιούργησε για να στείλει έξω το παιδί του, δηλώνοντας την εξαφάνισή του, είπε ότι το έκανε επειδή φοβήθηκε.
«Το πρώτο που μπορώ να πω είναι συγγνώμη από όλους. Ξέρω ότι ράγισα πολλές καρδιές, λυπάμαι ειλικρινά για αυτή μου την πράξη. Το έκανα διότι, παρότι η κόρη μου είχε φύγει, εγώ θα έμενα εδώ. Δεν ήξερα τι να πω όταν με ρωτούσαν πού είναι η κόρη σου. Έφυγε από τη χώρα παράνομα, αν έλεγα την αλήθεια για τον τρόπο που έφυγε η κόρη μου φοβόμουν ότι θα με τιμωρούσαν σκληρά όπως είχε συμβεί στη χώρα μου».
Μιλώντας για το κορίτσι του και ακούγοντας το ηχητικό στο οποίο η Βαλεντίν ρωτάει στα ελληνικά αν ο μπαμπάς της είναι καλά, συγκινείται και δακρύζει. «Η κόρη μου είναι η καλύτερή μου φίλη, με μάθαινε ελληνικά, περνούσαμε κάθε ώρα μαζί όταν γυρνούσε από το σχολείο» λέει χαρακτηριστικά.
Καταλήγοντας, επισημαίνει ότι το μόνο που θέλει τώρα είναι να μπορέσει να δουλέψει για να στηρίξει την κόρη του οικονομικά. «Θέλω να βρω μια εργασία για να μπορέσω να επιβιώσω και να βοηθήσω την κόρη μου. Πρέπει ως πατέρας να τη στηρίξω. Χρειάζομαι να βρω ένα σχολείο για να μάθω τα ελληνικά, είμαι έτοιμος γι’ αυτό», επισημαίνει, εξηγώντας ωστόσο ότι χρειάζεται εντακτικά μαθήματα ώστε να μπορεί να μιλήσει γρήγορα τη γλώσσα μας.
Βασίλης Νουλέζας: Πίστεψα στο μεγαλείο και την ειλικρίνεια αυτου του ανθρώπου
Μιλώντας για τον πελάτη του, ο δικηγόρος του Αμπελκά λέει ότι από την αρχή πίστεψε στο μεγαλείο και την ειλικρίνεια αυτού του ανθρώπου. «Ήμουν βέβαιος ότι δεν είχε βλάψει τη Βαλεντίν. Ήξερα όμως ότι έκρυβε ένα ένοχο μυστικό λόγω φόβου».
Το μοναδικό έγκλημα που διέπραξε ήταν η παραβίαση της μεταναστευτικής νομοθεσίας, κι αυτό επειδή δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες του κοριτσιού, σημειώνει ο Νουλεζάς, εξηγώντας ότι η πιθανή φυλάκισή του για την παράνομη έξοδο της Βαλεντίν από τη χώρα ήταν αυτό που τρομοκράτησε τον πελάτη του και τον έκανε να πει ψέματα.