Τα πυροφυλάκια ασπίδα στις φλόγες – Μαύρη επέτειος από τις πυρκαγιές στην Ηλεία

 

 

Ο εισαγγελέας Ευριπίδης Νικολάου έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόδοση δικαιοσύνης στην περίπτωση της πολύνεκρης πυρκαγιάς της Ηλείας. Πέραν του καταλογισμού ποινικών ευθυνών, ο ίδιος είχε εντοπίσει μια οργανωτική υστέρηση που αποτελεί κομβικό παράγοντα στη διόγκωση πυρκαγιών που θα μπορούσαν να είχαν εξουδετερωθεί έγκαιρα. Με τη μαύρη αφορμή της επετείου από την τραγωδία του 2007, που γίνεται διπλά μαύρη μετά τη θλιβερή τραγωδία της Αττικής, επανέρχεται με γραπτή πρόταση. Που ελπίζει ότι δεν θα μείνει και αυτή τη φορά απλό ευχολόγιο.

Βιώνοντας τις μέρες αυτές του καλοκαιριού του 2018 τα τραγικά γεγονότα της πύρινης καταστροφής στην Αττική, αναβίωσαν στη μνήμη μου όλα όσα εξελίχθηκαν στη δίκη για τις πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, όπου χάθηκαν 36 άνθρωποι, υπόθεση που εκδικάσθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, την Εισαγγελική Εδρα του οποίου και κατείχα.

Κατά τη διεξοδική ακροαματική διαδικασία, που άρχισε στις 4-3-2014 και τελείωσε στις 11-12-2014, προέκυψε, μεταξύ άλλων (όπως αναλυτικά περιγράφεται στην αμετάκλητη πλέον 1264/2014 απόφαση), ότι από το πυροφυλάκιο του όρους Μίνθη υπήρχε άμεση οπτική επαφή με το οίκημα – αποθήκη στο Παλαιοχώρι Ηλείας (απ’ όπου ξεκίνησε η φωτιά στις 14:15′ της 24-8-2007), ακόμα και διά γυμνού οφθαλμού, εν τούτοις δεν έγινε έγκαιρα αντιληπτή από τον εκεί ευρισκόμενο πυροφύλακα (για άγνωστους λόγους). Αν το πυροφυλάκιο ανήγγειλλε τη φωτιά άμεσα, το πυροσβεστικό όχημα που ήταν σε επιφυλακή σε σταθερή θέση στον Σταθμό Σμέρνας, πολύ κοντά στη θέση εκδήλωσης της φωτιάς, θα είχε την δυνατότητα εντός 5-7 λεπτών να επέμβει και να προλάβει την επέκτασή της, καταστέλλοντάς την εντός του χώρου της οικίας, και πριν επεκταθεί στην παρακείμενη δασική βλάστηση. Η αναγγελία δε αυτής 25 λεπτά μετά την εκδήλωσή της, όπως δέχεται η απόφαση, είχε τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα, σε συνδυασμό πάντα και με τις λοιπές παραλείψεις που εντοπίσθηκαν από το Δικαστήριο.

Περιγράφω τα προαναφερόμενα, για να υπογραμμίσω πόσο σημαντική είναι η ύπαρξη πυροφυλακίων σε κατάλληλα επιλεγμένες θέσεις με οπτική κάλυψη δασών και δασικών εκτάσεων και ιδιαίτερα εκείνων που βρίσκονται πέριξ ή πλησίον οικισμών, και κατοικημένων περιοχών.

Ακόμη όμως πιο σημαντικό είναι η επάνδρωση αυτών με υπεύθυνους ανθρώπους που θα πολλαπλασιάσουν την ετοιμότητα και την προσοχή τους σε επικίνδυνα χρονικά σημεία για ακραία φαινόμενα (όταν δηλαδή υπάρχει στάδιο ετοιμότητας κατηγορίας κινδύνου 4 ή 5). Υποχρέωσή τους δε, είναι, όχι μόνο η άμεση αναγγελία της τυχόν εκδηλούμενης πυρκαγιάς και της θέσης αυτής, αλλά και η οπτική καθοδήγηση των δυνάμεων επέμβασης προς τον τόπο της πυρκαγιάς. Αναφέρομαι σε «υπεύθυνους» ανθρώπους, γιατί είναι γνωστό ότι η ρουτινοποίηση των κάθε είδους εργασιακών καθηκόντων επιφέρει χαλάρωση, μειώνει την επαγρύπνηση και εξασθενεί την ετοιμότητα.

Η λειτουργία πυροφυλακίων, σε συνδυασμό με πυκνές περιμετρικές περιπολίες σε δάση και δασικές περιοχές, σε χρόνους μεγάλης επικινδυνότητας, την ημέρα αλλά και τη νύχτα, ώστε να αποτρέπονται κακόβουλοι εμπρηστές, απερίσκεπτοι συμπολίτες μας, ή ασθενείς νοητικά άνθρωποι που αρέσκονται να βάζουν φωτιές (πυρομανείς), θεωρώ ότι είναι πρωταρχικής σημασίας μέτρα πρόληψης, πέρα από τα υπόλοιπα που θα πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση – καταστολή πυρκαγιών και την προστασία του πληθυσμού σε πλησίον των δασών οικισμούς.

Είχα τονίσει τότε, τελειώνοντας την αγόρευσή μου, ότι: «Το πραγματικό μνημόσυνο για όλους αυτούς του ανθρώπους που χάθηκαν, θα είναι η αποφασιστικότητά μας ως θεσμικών φορέων αλλά και κάθε ενός πολίτη ατομικά, να μην ξανασυμβούν τέτοιες τραγωδίες».

Δυστυχώς ήταν άλλο ένα ευχολόγιο σε όσα έχουν προηγηθεί και σε όσα ενδεχομένων θα ακολουθήσουν. Γιατί τελικά όσα προγράμματα αναδάσωσης και αν επινοηθούν, όσα μέτρα δασοπροστασίας και αν ληφθούν, τίποτα από αυτά δεν αντιμετωπίζει το πραγματικό μας πρόβλημα, που είναι να ξεχνάμε εύκολα τα δυσάρεστα και να μη διδασκόμαστε από τα λάθη μας.

Επιτέλους τα ευχολόγια να γίνουν πράξεις.

Είναι ιερό χρέος όλων απέναντι στους ανθρώπους που χάθηκαν τότε και τώρα… τόσο άδικα.

Του ΕΥΡΙΠΙΔΗ Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ

εισαγγελέα Εφετών