Μεγαλύτερη αύξηση των επιπέδων στρες, θυμού αλλά και του αισθήματος της μοναξιάς καταγράφει η Ελλάδα εν μέσω πανδημίας, σε σχέση με άλλες χώρες, σύμφωνα με την νέα Παγκόσμια Μελέτη Υγείας και Λειτουργικότητας.
Τα δύο τρίτα των Ελλήνων που συμμετείχαν στην μελέτη COH-FIT για τις ψυχικές επιπτώσεις της πανδημίας, δήλωσαν πως ένιωθαν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό όλα αυτά τα συναισθήματα και μάλιστα η αύξηση ήταν διπλάσια ή και τριπλάσια σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Στην χώρα μας η αύξηση παρατηρήθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες των ενηλίκων που μελετήθηκαν (νεαροί ενήλικες: 18-39 ετών, άτομα μέσης ηλικίας:40-64 ετών, ηλικιωμένοι +65 έτη) και οι ηλικιωμένοι ήταν εκείνοι που σχεδόν στο σύνολό τους παρουσίασαν μια σημαντική αύξηση αυτών των αρνητικών ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων. Οι άνδρες και οι γυναίκες δεν διαφοροποιούνταν σε αυτή την αύξηση.
Στον αντίποδα των αρνητικών ψυχοκοινωνικών συνεπειών καταγράφηκε μια σημαντική βελτίωση της κοινωνικά επωφελούς – αλτρουιστικής συμπεριφοράς – και πάλι στα 2/3 όσων συμμετείχαν στην έρευνα. Η σημαντική βελτίωση αφορούσε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από την μελέτη είναι ότι η αύξηση των επιπέδων στρες, μοναξιάς και θυμού είναι διπλάσια ή και τριπλάσια στη χώρα μας συγκριτικά με τις άλλες χώρες, όπου και δεν παρατηρείται η τεράστια επιβάρυνση των ηλικιωμένων που παρατηρήθηκε στην Ελλάδα.
Στον αντίποδα των αρνητικών ψυχοκοινωνικών συνεπειών καταγράφηκε μια σημαντική βελτίωση της κοινωνικά επωφελούς – αλτρουιστικής συμπεριφοράς – και πάλι στα 2/3 όσων συμμετείχαν στην έρευνα. Η σημαντική βελτίωση αφορούσε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από την μελέτη είναι ότι η αύξηση των επιπέδων στρες, μοναξιάς και θυμού είναι διπλάσια ή και τριπλάσια στη χώρα μας συγκριτικά με τις άλλες χώρες, όπου και δεν παρατηρείται η τεράστια επιβάρυνση των ηλικιωμένων που παρατηρήθηκε στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, και η αύξηση της επωφελούς κοινωνικά ή αλτρουιστικής συμπεριφοράς ήταν διπλάσια ή και τριπλάσια στην Ελλάδα μας συγκριτικά με τις άλλες χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα.
Τι έδειξε η μελέτη για τις άλλες χώρες
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά δεδομένα από ακόμα 29 χώρες, η σημαντική αύξηση των επιπέδων των αρνητικών ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων κυμαινόταν από το 1/5 έως το 1/3 των πολιτών.
Σε χώρες όπως η Αυστραλία, το Ιράν, Μπαγκλαντές, η Χιλή, η Βραζιλία, η Κολομβία, η Ρουμανία και η Νότια Αφρική η αύξηση αυτή των επιπέδων του στρες φτάνει στο 2/5 έως 1/2 όσων συμμετείχαν. Σημαντική αύξηση των επιπέδων θυμού βρέθηκε στα 2/5 των συμμετεχόντων στο Μπαγκλαντές, Νότια Αφρική και Βραζιλία.
Σε αρκετές χώρες η επιβάρυνση σε αρνητικά συναισθήματα ήταν μεγαλύτερη στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες (π.χ. Ιταλία, Ουγγαρία, Γερμανία, Πολωνία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ιράν, Νότια Αφρική, ΗΠΑ, Βραζιλία, Ουρουγουάη κλπ).
Η βελτίωση της αλτρουιστικής συμπεριφοράς ήταν εμφανής περίπου στο 1/5 ως το 1/3 όσων συμμετείχαν, αν και υπήρχαν χώρες με πολύ χαμηλά ποσοστά βελτίωσης αυτής της συμπεριφοράς: 1/10 σε Αυστραλία, Γαλλία, Ισπανία, Ιαπωνία) και κάποιες με υψηλότερα (2/5 σε Χιλή, Κολομβία και Μπαγκλαντές.
Η ομάδα των ηλικιωμένων δεν φάνηκε να διαφοροποιείται ιδιαίτερα από τις άλλες δύο ηλικιακές ομάδες τόσο στην αύξηση των επιπέδων των αρνητικών ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων όσο στην βελτίωση της αλτρουιστικής συμπεριφοράς.
Όσον αφορά τις δραστηριότητες αντιμετώπισης, αυτές δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα μεταξύ των χωρών και περιλαμβάνουν την άσκηση ή το περπάτημα, τη χρήση του διαδικτύου, τα χόμπι, την άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή, τη μελέτη ή τη μάθηση κάποιου νέου αντικειμένου, τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και τις κοινωνικές συναναστροφές από απόσταση, την εργασία στο χώρο ή στο σπίτι, την ενημέρωση για την πανδημία COVID-19, τα ΜΜΕ, τον χρόνο με ένα κατοικίδιο, καθώς και την σωματική εγγύτητα και τη σεξουαλική δραστηριότητα
Άλλες συμπεριφορές και στρατηγικές διαχείρισης, όπως η χρήση αλκοόλ ή ουσιών και τα συνταγογραφούμενα φάρμακα, είχαν πολύ μικρά ποσοστά επιλογής.
Η Μελέτη COH-FIT
Η «Παγκόσμια Μελέτη Υγείας και Λειτουργικότητας σε Περιόδους Μεταδοτικών Λοιμώξεων» (Μελέτη COH-FIT) είναι μία μεγάλη, διεθνής μελέτη για το γενικό πληθυσμό όλων των χωρών που πλήττονται από την πανδημία COVID-19.
Στόχος της είναι η διερεύνηση παραγόντων που επηρεάζουν τη σωματική και ψυχική υγεία σε καιρούς μεταδοτικών λοιμώξεων και περιοριστικών μέτρων (π.χ. περιορισμός κυκλοφορίας, κοινωνική αποστασιοποίηση, καραντίνα) και την αναγνώριση προστατευτικών παραγόντων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης και παρέμβασης κατά την πανδημία COVID-19 αλλά και μελλοντικά, σε περίπτωση εμφάνισης άλλων καταστάσεων πανδημίας.
Το ερευνητικό αυτό εγχείρημα προωθείται στην Ελλάδα, από την Β΄ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με πάνω από 200 ερευνητές σε ερευνητικούς φορείς και πανεπιστήμια τουλάχιστον 40 χωρών ανά την υφήλιο και υπό την αιγίδα μεγάλου αριθμού εθνικών και διεθνών επιστημονικών οργανισμών.
Οι εθνικοί συντονιστές/ερευνητική ομόδα της μελέτης COH-FIT (GR) (Ελλάδα) είναι οι: Βασίλειος-Παντελεήμων Μποζίκας MD, PhD, καθηγητής Ψυχιατρικής, διευθυντής Β’ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής, ΑΠΘ, Αγοραστός Αγοραστός, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής, Β’ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική ΑΠΘ, Έλενα Δραγκιώτη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Linköping της Σουηδίας και Κωνσταντίνος Τσαμάκης, ψυχίατρος, επισκέπτης ερευνητής στο King’s College στο Λονδίνο .
ΠΗΓΗ: LIFO.GR