Τι έχει πει για την αµφισβήτηση που δέχτηκε στα πρώτα του βήµατα, τις οικονοµικές δυσκολίες, το σχολικό bullying, τον ξαφνικό θάνατο του γιατρού του που του έκρυψαν, τις σχέσεις µε τα αδέλφια του
Περήφανη όλη την Ελλάδα έχει κάνει ο 19χρονος τενίστας, Στέφανος Τσιτσιπάς που έχει φτάσει στους «16» στο Wimbledon.
Ο αγώνας του είναι σήμερα Δευτέρα στις 17.30 και αντίπαλό του είναι π Τζον Ίσνερ.
Βαρκελώνη, 2018. Ο 19χρονος Στέφανος Τσιτσιπάς καρφώνει µε τη ρακέτα του δυνατά την κίτρινη µπάλα στο τερέν του αντιπάλου Πάµπλο Καρένιο Μπούστα και κερδίζει το εισιτήριο του τελικού στο τουρνουά της Βαρκελώνης. Μόλις κατάφερε κάτι που δεν έχει ξανακαταφέρει κανένας Ελληνας αθλητής µέχρι τώρα. Να βρεθεί στον τελικό αντιµέτωπος µε το Νο1 της παγκόσµιας κατάταξης, τον σούπερ σταρ του τένις, Ραφαέλ Ναδάλ. Τόσο ο ελληνικός όσο και ο διεθνής Τύπος αποθεώνουν τον νεαρό, πολλά υποσχόµενο Ελληνα αθλητή. ∆ιεθνή κανάλια όπως το CNN, το BBC και το Eurosport ζουµάρουν στα πρόσωπα των δύο αντιπάλων. «Οταν µπήκα στο γήπεδο και είδα τον Ράφα, είχα για λίγα δευτερόλεπτα την αίσθηση ότι ζούσα ένα όνειρο. Εγώ απέναντι σε έναν παίκτη που παρακολουθούσα και θαύµαζα πάντα! Ο χρόνος λες και είχε σταµατήσει στιγµιαία, µε επανέφεραν ο θόρυβος και οι κραυγές του κόσµου. Ηξερα ότι δεν µπορούσα να τον κερδίσω, απαιτούνται κάποια χρόνια εµπειρίας ακόµη. Αφέθηκα στη στιγµή απολαµβάνοντας το παιχνίδι. Το δύσκολο κοµµάτι είχε περάσει. Το γεγονός ότι βρισκόµουν στον τελικό λειτούργησε ως αποσυµπίεση. Μπήκα στον αγώνα χαλαρός, το ψυχικό φορτίο των προηγούµενων ηµερών είχε φύγει από πάνω µου», εξοµολογείται ο Στέφανος µε τον ενθουσιασµό ακόµη νωπό στη φωνή του και συνεχίζει:
«Ενας αθλητής δεν φτάνει στην κορυφή του κόσµου τυχαία. Πόσο µάλλον στο τένις το οποίο απαιτεί συνέπεια και ακρίβεια. Ολοι οι αθλητές των οποίων τα ονόµατα επικρατούν στην παγκόσµια κατάταξη έχουν συγκεκριµένα χαρακτηριστικά που τους κάνουν να ξεχωρίζουν από εκατοµµύρια άλλους αθλητές. Προπονούνται ακατάπαυστα, έχουν συνέπεια, πιστεύουν στον εαυτό τους και διαθέτουν όραµα. Ο Ναδάλ είναι ένας ευγενής παίκτης που δεν υποτιµά κανέναν αντίπαλό του. Αντιµετωπίζει εκείνον που είναι απέναντί του σαν να είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσµου».
Λίγες ώρες µετά την επικράτησή του στο Open της Βαρκελώνης ο Ναδάλ πλέκει το εγκώµιο του Στέφανου Τσιτσιπά στον διεθνή Τύπο, ενώ ο νεαρός Ελληνας τενίστας γράφει στα social media: «Θα ήθελα να ξεκινήσω µε ένα µεγάλο ευχαριστώ σε όλους για την υποστήριξη. Νιώθω περήφανος που εκπροσωπώ τα ελληνικά χρώµατα σε όλον τον κόσµο και είµαι ειλικρινά ευγνώµων που κάθε µέρα έχω την ευκαιρία να κάνω µια καινούρια αρχή, ένα νέο βήµα και να συµβάλω στην ανάπτυξη του τένις στην Ελλάδα και όχι µόνο. Σας ευχαριστώ όλους θερµά».
Από τα τερέν του «Αστέρα» στο Wimbledon
Το γεγονός ότι ο Στέφανος Τσιτσιπάς διαθέτει ατόφιο αθλητικό DNA δεν αµφισβητείται από κανέναν. Ο πατέρας του Απόστολος είναι προπονητής του τένις, εκπαιδευµένος στην Ελλάδα και την Αυστρία, ενώ η µητέρα του Γιούλα Σαλνίκοβα υπήρξε σηµαντική τενίστρια, µέλος της εθνικής οµάδας της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Οι δύο τους γνωρίστηκαν πριν από πολλά χρόνια σε κάποιο τουρνουά της Αθήνας. Ο έρωτας υπήρξε κεραυνοβόλος. Ο Απόστολος Τσιτσιπάς χάρη στη βαθιά του γνώση πάνω στο άθληµα σύντοµα, εκτός από σύντροφος, έγινε και προπονητής της Τζούλια.
Ο Στέφανος, ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Τσιτσιπά, έχει µεγαλώσει στις γειτονιές της Βουλιαγµένης. Τα παιδικά του χρόνια είναι συνυφασµένα µε το ξενοδοχειακό συγκρότηµα του «Αστέρα», όπου οι γονείς του εργάζονταν ως εκπαιδευτές του τένις, και ανατρέχει µε νοσταλγία στις αναµνήσεις εκείνης της εποχής. «Πρωτοέπιασα ρακέτα στα χέρια µου σε ηλικία 3-4 ετών. Η ρακέτα ήταν πιο µεγάλη από µένα, αλλά εγώ προσπαθούσα να παίξω. Το γεγονός ότι οι γονείς µου διέθεταν µια ιδιαίτερη σχέση µε το άθληµα δεν σήµαινε ότι θα ακολουθούσα και εγώ τον ίδιο δρόµο. Υπάρχει ελευθερία στο σπίτι µας. Καθένας ασχολείται µε αυτό που του αρέσει και τον ευχαριστεί. Εκανα µεγάλο κύκλο σε πολλά σπορ, για να καταλήξω στο τένις. Μικρός ήθελα να ασχοληθώ µε το ποδόσφαιρο. Κάποια στιγµή όµως -λες και έγινε ένα κλικ µέσα µου- στράφηκα στο τένις. Στον πρώτο αγώνα της ζωής µου έχασα. Με σηµάδεψε τόσο πολύ αυτή η ήττα που πίστεψα ότι µάλλον δεν κάνω για το άθληµα. Μου πήρε καιρό να ξεπεράσω αυτή την πεποίθηση», θυµάται.
Χάρη στο πείσµα, στην επιµονή και το ταλέντο του γρήγορα ξεχώρισε. «Το ταλέντο, όµως, από µόνο του δεν αρκεί», σηµειώνει σήµερα. «Οι παίκτες που θα καταφέρουν να βγουν στον αφρό και να παραµείνουν σε αυτόν είναι εκείνοι που εργάζονται πολύ και µε πρόγραµµα. Η φράση ‘‘τίποτα στη ζωή δεν είναι τυχαίο’’ αποδεικνύεται µια µεγάλη αλήθεια. Ξέρεις πόσα ταλέντα υπάρχουν που πήγαν χαµένα;».
Μέσα σε χρόνο ρεκόρ ο Στέφανος Τσιτσιπάς έφτασε στην κορυφή στην κατηγορία Παίδων και αργότερα σε αυτή των Εφήβων, τίτλο που µονοπωλούσε µέχρι πριν από δύο χρόνια. Τον Ιούλιο του 2016 κατάφερε να ανέλθει στην κορυφή του Wimbledon, όταν µαζί µε τον Εσθονό παρτενέρ του Κένεθ Ράισµα επικράτησαν 2-1 σετ έναντι των Καναδών αντιπάλων τους, Αλιασίµ και Σαποβάλοφ, κατακτώντας την πρώτη θέση στο διπλό της κατηγορίας junior. Αυτή ήταν µία από τις µεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία του ελληνικού τένις.
«Η δυσκολότερη περίοδος της ζωής µου ήταν όταν πήγαινα ακόµη σχολείο. Εκανα µια ζωή ασυνήθιστη, ξεχωριστή και -καθώς οι συµµαθητές µου δεν την καταλάβαιναν- έπεσα πολλές φορές θύµα bullying», αποκαλύπτει και προσθέτει: «Και µε τα µαθήµατα όµως δύσκολα τα έφερνα βόλτα. Εξαφανιζόµουν για µεγάλα χρονικά διαστήµατα από το σχολείο, κινδύνευα να µείνω από απουσίες και όταν εµφανιζόµουν δεν µπορούσα να παρακολουθήσω αφού λόγω συνεχών προπονήσεων ήµουν αδιάβαστος. Οταν αποφοίτησα από τη Γ’ Γυµνασίου, το δράµα αυτό τελείωσε, καθώς οι γονείς µου για να µε διευκολύνουν µου πρότειναν να παρακολουθήσω τις τρεις τάξεις ενός αµερικανικού σχολείου διαδικτυακά. Με τόσα ταξίδια και πολύωρες προπονήσεις δεν µπορούσε να γίνει διαφορετικά».
Τα πράγµατα, ωστόσο, αν και φαίνονταν, δεν ήταν ρόδινα για τον νεαρό Στέφανο, στον οποίο είναι οικονοµικά δυσβάσταχτο να πηγαίνει ταξίδια προκειµένου να δώσει τις µάχες που απαιτούνται για την κορυφή. «Είµαι µέλος µιας πολύτεκνης οικογένειας µε τέσσερα παιδιά. Οι γονείς µου δεν µπορούσαν να στηρίξουν την προσπάθειά µου µόνο από τη δική τους τσέπη. Ταξίδια, προπονητές και camp προετοιµασίας κοστίζουν µια περιουσία. Αν δεν υπήρχε η δίδυµη αδελφή της µητέρας µου,
πρώην τενίστρια και µέλος της εθνικής οµάδας της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και εκείνη, που υπήρξε αρωγός µου από την πρώτη στιγµή, δεν ξέρω αν θα τα είχα καταφέρει. Της χρωστώ πολλά και της είµαι ευγνώµων», αναφέρει.
Τα υψηλά κασέ έρχονται στη ζωή ενός τενίστα µόνο όταν συµπεριληφθεί στους 50 κορυφαίους του κόσµου. «Τώρα πια ως Νο44 υπάρχει το περιθώριο µιας πιο άνετης ζωής», διευκρινίζει µε ανακούφιση κατά τη συνοµιλία µας.
Η οικογένειά του και ο θάνατος που τον στιγµάτισε
Ο 19χρονος Στέφανος Τσιτσιπάς είναι ο πρωτότοκος από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας. «Με τον αµέσως επόµενο αδελφό µου, τον Πέτρο, διατηρούσαµε πάντα πολύ στενή σχέση καθώς έχουµε µόνο δύο χρόνια διαφορά. Είναι το alter ego µου και η παρέα µου στις βραδινές εξόδους. Είναι γενναίος και µεγάλο ταλέντο στο τένις. Από µικρός δεν φοβόταν τίποτα. Ακολουθεί ο 11χρονος Παύλος, το µέλος της οικογένειας µε την πιο θετική ενέργεια. Είναι χαρισµατικός και όµορφος, γι’
αυτό και τον φωνάζουµε ‘‘Μπραντ Πιτ’’. Η Ελισάβετ είναι η τζούνιορ της παρέας και καθότι η µικρή µας, την έχουµε χαϊδεµένη. Αγαπά τον χορό, µας θαυµάζει και θέλει να µας µοιάσει. Είµαστε µια δεµένη οικογένεια που κάθε ένας ενδιαφέρεται για τον άλλον. Οφείλω πολλά στον πατέρα µου, που από τα 12 µου εγκατέλειψε κάθε άλλη ασχολία προκειµένου να βρίσκεται συνεχώς µαζί µου. Ευτυχώς, υπάρχει κατανόηση από τους υπόλοιπους… Τα αδέλφια µου µεγαλώνουν έχοντας
ουσιαστικά τον πατέρα τους µακριά», αποκαλύπτει.
Στις πιο ευχάριστες αναµνήσεις του συγκαταλέγονται τα ζεστά καλοκαίρια στη Σύρο. «Μπάνια, πολύωρα παιχνίδια στην παραλία και πλάκες. Αυτό που µου λείπει από την Ελλάδα όταν βρίσκοµαι στο εξωτερικό είναι οι διακοπές στα νησιά και η κλασική χωριάτικη σαλάτα που υπάρχει πάντα στο οικογενειακό µας τραπέζι», αναφέρει. Προσθέτει δε ότι από τα ωραιότερα ταξίδια στη ζωή του ήταν αυτά που έκανε χειµώνα στη Ρωσία, στο σπίτι της γιαγιάς του, παρέα µε τα ξαδέλφια του. «Στο
σπίτι µας, λόγω της µητέρας, υπήρχε τόσο η ελληνική όσο και η ρωσική κουλτούρα. Ελληνες και Ρώσοι είµαστε δύο λαοί πολύ κοντά στη νοοτροπία», τονίζει.
Το τένις είναι ένα βαθιά µοναχικό άθληµα. Ετσι, φροντίζει, όποτε το πρόγραµµά του το επιτρέπει, να σπάει τη µονοτονία: παίζει ποδόσφαιρο, παρακολουθεί αγώνες τένις στην τηλεόραση, κάνει αναρτήσεις στα social media και επικοινωνεί µε τους φίλους του. «Με τους φίλους µου που είναι κυρίως ‘‘προίκα’’ από τα παιδικά µου χρόνια έχουµε τακτική επικοινωνία. Πριν αλλά και µετά από σηµαντικούς αγώνες θα ανταλλάξουµε µηνύµατα και θα κάνουµε πλάκα. Μετά από κάθε µου
εµφάνιση σε αγώνα του Grand Slam δεν προλαβαίνω να ανοίξω το κινητό µου και καταφτάνουν χαριτωµένα µηνύµατα το ένα µετά το άλλο», σηµειώνει.
Μολονότι ζει σπαρτιάτικη ζωή, εντελώς διαφορετική από τους νέους της ηλικίας του, δεν αισθάνεται ότι θυσιάζει κάτι, αφού ο επαγγελµατικός του δρόµος ήταν καθαρά δική του επιλογή. Οταν πριν από λίγες ηµέρες ρωτήθηκε από την ισπανική εφηµερίδα «Mundo Deportivo», αν το να γίνει Νο1 στην παγκόσµια κατάταξη αποτελεί τον ανώτερο στόχο στη ζωή του, εκείνος απάντησε: «Αυτή τη στιγµή βλέπω τον εαυτό µου µακριά, αλλά ταυτόχρονα νοµίζω ότι µπορώ να το καταφέρω. Το Νο1, ωστόσο, είναι ένας περιορισµός, δεν είναι ο µόνος στόχος µου. Μπορείς να επιτύχεις περισσότερα πράγµατα απ’ ό,τι να είσαι το Νο1: να γράψεις ιστορία στο τένις και να εµπνεύσεις τους ανθρώπους και τα παιδιά να παίξουν. Αυτό είναι πολύ περισσότερο από το να κερδίζεις τίτλους Grand Slam ή Masters. Το τένις δεν είναι πολύ δηµοφιλές στην Ελλάδα. Είµαι ο πρώτος στο Top 100 στη χώρα µου και είµαι υπερήφανος γι’ αυτό».
Μιλώντας µας κατά τη διάρκεια τουρνουά στην Πορτογαλία εξοµολογήθηκε γεµάτος αισιοδοξία: «Ναι, ένας Ελληνας µπορεί να διεκδικήσει την κορυφή. Ενας άνθρωπος απ’ όπου κι αν προέρχεται µπορεί να κερδίσει τον τίτλο του καλύτερου. Αρκεί µόνο να το πιστέψει και να δουλέψει σκληρά γι’ αυτό. Η δική µου πορεία το αποδεικνύει».
Ανατρέχοντας στις δυσκολότερες στιγµές της καριέρας του κάνει λόγο τόσο για τον περσινό του τραυµατισµό, εξαιτίας του οποίου έµεινε δύο µήνες εκτός αγωνιστικών χώρων, γεγονός που επηρέασε την ψυχολογία του, όσο και για την επαναφορά του που έγινε στο Ρολάν Γκαρός. «Οι αθλητές είµαστε περίεργα όντα. Εκεί που λες ‘‘αυτό ήταν, όλα τελείωσαν’’, γίνεται κάτι και γυρνάς τον διακόπτη. Εχει τύχει σε αγώνα να σπάσω από τα νεύρα µου τη ρακέτα για την κακή µου απόδοση και λίγη ώρα αργότερα να κερδίσω το παιχνίδι». Το περιστατικό, όµως, που τον επηρέασε όσο κανένα άλλο ψυχολογικά ήταν ο θάνατος του γιατρού του Θωµά Χρηστίδη. «Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο µεγαλύτερος θαυµαστής µου, ένας δεύτερος φύλακας άγγελος. Ο πατέρας µου περίµενε να τελειώσει το τουρνουά της Αµβέρσας για να µου ανακοινώσει το δυσάρεστο προκειµένου να µην επηρεαστεί η απόδοσή µου στους αγώνες. Για πολύ καιρό ήµουν βαθιά θλιµµένος», εξοµολογείται. Οι κακές ηµέρες ανήκουν πια στο παρελθόν για τον πολλά υποσχόµενο τενίστα που από την 44η θέση στην παγκόσµια κατάταξη ατενίζει πλέον το µέλλον µε αισιοδοξία. «Και να φανταστείς όταν ξεκίνησα κάποιοι µε αµφισβήτησαν», λέει µε νόηµα και συµπληρώνει: «Αυτοί που τότε µε αµφισβήτησαν τώρα σιωπούν».