Στην έξοδο οδηγούνται άλλοι 5.000 τραπεζοϋπάλληλοι

 

 

Κλείσιμο καταστημάτων και ανάπτυξη του e-banking, θα οδηγήσουν στην έξοδο 5.000 τραπεζοϋπαλλήλους, από το 2019 μέχρι και το 2021, σε μια προσπάθεια να μειώσουν οι τράπεζες ακόμη περισσότερο το λειτουργικό τους κόστος, αναφέρουν τραπεζικοί κύκλοι.

Όπως αναφέρει στην «ΠτΚ» ο εκπρόσωπος της ΟΤΟΕ στην Πάτρα Ζαχαρίας Ζαχαροπουλος, στους κόλπους των τραπεζοϋπαλλήλων, επικρατεί πάλι κλίμα ανασφάλειας, καθώς στα τέλη του 2018, λήγει η κλαδική σύμβαση και οι εργαζόμενοι θα πρέπει να δουν πάλι, πως θα διασφαλίσουν τις θέσεις τους και τα εργασιακά τους δικαιώματα.

Ο εκπρόσωπος των τραπεζοϋπαλλήλων, τονίζει με έμφαση ότι τα προηγούμενα χρόνια οι τράπεζες «έκαψαν όσο λίπος» με μπαράζ οικειοθελών αποχωρήσεων και πλέον είναι άγνωστο αν υπάρχουν άλλα περιθώρια παρόμοιων προγραμμάτων, σε διαφορετική περίπτωση αρκετοί εργαζόμενοι φοβούνται ακόμα και απολύσεις.

Πάντως, είναι γεγονός ότι στο πλαίσιο της αναδίπλωσης που κάνουν τα τελευταία χρόνια αρκετοί κλάδοι επιχειρήσεων, οι τράπεζες έχουν κάνει σημαντικές περικοπές καταστημάτων και προσωπικού.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών το 2017, ο αριθμός των υπαλλήλων στις τράπεζες Πειραιώς, Εθνική, Alpha, Eurobank, Attica, HSBC ήταν 40.317 άτομα και το δίκτυο αριθμούσε συνολικά 2.042 καταστήματα. Εναν χρόνο πριν, δηλ. το 2016, ο αριθμός των τραπεζοϋπαλλήλων ήταν 41.119 άτομα και 2.206 καταστήματα.

Το 2011 οι τράπεζες-άμεσα μέλη της ΕΕΤ ήταν 19, με 56.042 εργαζομένους και 3.565 καταστήματα. Μετά το ξέσπασμα της κρίσης, όμως, σύμφωνα με την ΟΤΟΕ, ο τραπεζικός κλάδος πλήρωσε πολύ ακριβά. Από τα τέλη του 2011 μέχρι τα τέλη του 2017 τα καταστήματα των τραπεζών μειώθηκαν κατά 1679 και έγινε μείωση του προσωπικού κατά 18.251 εργαζόμενους, ενώ η περαιτέρω μείωση καταστημάτων και εργαζομένων και το 2018 συνεχίζεται, με αποτέλεσμα η μείωση των δαπανών να έχει φτάσει συνολικά στα 1,4 δις. ευρώ.

Κατά πληροφορίες της ΟΤΟΕ, με βάση τον προγραμματισμό, κάθε συστημική τράπεζα θα πρέπει να «κατεβάσει κι άλλα ρολά», ώστε το δίκτυό της, να μην ξεπερνά τα 300 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός των καταστημάτων των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών, Πειραιώς, Εθνικής, Alpha και Eurobank, θα πρέπει να περιοριστεί στα 1.200 από 1.972 που ήταν στο τέλος του 2017.

Η μείωση των καταστημάτων, σημαίνει φυσικά και μείωση του προσωπικού, με το μεγαλύτερο πρόβλημα να έχουν οι τραπεζοϋπάλληλοι που απέχουν πολλά έτη από τη σύνταξη, ενώ αντίθετα όσοι βρίσκονται κοντά στη λήξη του εργασιακού τους βίου, εκτιμούν ότι θα αποχωρήσουν με προγράμματα εθελουσίας εξόδου. Ετσι, ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να γίνουν απολύσεις.

Στελέχη της ΟΤΟΕ ανέφεραν στην “ΠτΚ” ότι στα υποκαταστήματα των τραπεζών, ελάχιστοι είναι πλέον οι υπάλληλοι που απασχολούνται, μιας και ένα πολύ μεγάλο μέρος εργασιών που γίνονταν στο γκισέ, ολοκληρώνεται τώρα μέσω του e-banking, ή από τα ΑΤΜ και τα μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών.

Η ανάθεση της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs και NPLs) σε τρίτες εταιρείες, καθώς και το «πάγωμα» των χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες, έχουν αφήσει χωρίς αντικείμενο μεγάλο μέρος των κεντρικών υπηρεσιών των τραπεζών.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 80% των τραπεζικών υπηρεσιών, μπορεί πλέον να εκτελεστεί αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα – μειώνοντας σημαντικά το λειτουργικό κόστος.

Το αποτέλεσμα είναι μεγάλο μέρος των νεώτερων -και επαρκώς εφοδιασμένων- εργαζομένων να επιλέξουν την έξοδο από τους μεγάλους τραπεζικούς ομίλους σε αναζήτηση καλύτερων προοπτικών, αξιοποιώντας τα δελεαστικά πακέτα εθελούσιας εξόδου που ίσχυαν μέχρι πρότινος.

Οι περικοπές που έχουν γίνει μέχρι σήμερα στον τραπεζικό κλάδο, θέτουν πάλι σε “συναγερμό” τους τραπεζοϋπαλλήλους και προμηνύουν έντονες αναταράξεις στην μακρά περίοδο “ειρήνης” ΟΤΟΕ – διοικήσεων τραπεζών. Τις προηγούμενες εβδομάδες, το προεδρείο της ΟΤΟΕ πραγματοποίησε συναντήσεις με τις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών Πειραιώς, Eurobank, Εθνικής και Alpha, προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι προθέσεις των διοικήσεών τους, και να δοθούν εχέγγυα για την προστασία της απασχόλησης στον κλάδο. Ωστόσο, το τοπίο δεν παρουσιάζεται ευνοϊκό, αφού μετά την πολυετή κρίση στη διάρκεια της οποίας χάθηκε το 25% του εθνικού εισοδήματος, οι τράπεζες έχουν απομείνει με ελάχιστες τραπεζικές εργασίες.

πηγή:pelop.gr