Πώς o προπονητής τάε κβον ντο από το Αλιβέρι βρέθηκε μπλεγμένος σε ένα απίστευτο κουβάρι αστήρικτων καταγγελιών!
Ο Αρης από το Αλιβέρι. Ενας εξαίρετος προπονητής, ένας καλός άνθρωπος. Κουβαλούσε στην πλάτη του 30 χρόνια επιτυχημένης προπονητικής καριέρας ως ομοσπονδιακός προπονητής τάε κβον ντο και στο κούτελο την επιγραφή «καθαρό». Μια κατηγορία από ανήλικη αθλήτριά του ότι την αποπλάνησε και ασέλγησε εις βάρος της στον χώρο του Γυμναστικού Συλλόγου Αλιβερίου τον έφερε αντιμέτωπο με τη Δικαιοσύνη, η οποία τον καταδίκασε σε πρώτο βαθμό σε 21 χρόνια φυλάκιση. Ο 54χρονος τότε άνδρας έμεινε πίσω από τα κάγκελα των Φυλακών Τριπόλεως για εξίμισι χρόνια. Πριν από λίγες ημέρες, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ευβοίας του έδωσε ξανά το δικαίωμα στην ελευθερία, ύστερα από καταθέσεις εκατοντάδων αθλητριών και αθλητών του. Ο αθώος πλέον Αρης, στο άκουσμα της απόφασης και κυρίως της συνειδητοποίησης πως υπάρχει δικαιοσύνη, έκλαιγε για ώρες με λυγμούς. Τα δάκρυά του σφράγισαν το χρονικό μιας δικαστικής πλάνης…
Η κατηγορία
Η περιπέτεια του 60χρονου σήμερα Αρη Καντούρου αποτελεί μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις δικαστικής πλάνης. Ηταν το 2011 όταν η ζωή του άλλαξε δραματικά από τη μια στιγμή στην άλλη. Ο ευυπόληπτος προπονητής κατηγορήθηκε για αποπλάνηση και ασέλγεια εις βάρος ανήλικης αθλήτριάς του μέσα στον χώρο του γυμναστικού συλλόγου. Οταν οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη, ανακριτής και εισαγγελέας αποφάσισαν ομόφωνα να μην προφυλακιστεί μέχρι τη δίκη του και τον άφησαν ελεύθερο. Το 2014, το δικαστήριο του επέβαλε ωστόσο 21 χρόνια κάθειρξης και τον οδήγησε στις Φυλακές Τριπόλεως. Εκεί, σε μια φυλακή χωρητικότητας 70 ατόμων όπου διέμεναν 250, κοιμόταν σε έναν θάλαμο 30 τετραγωνικών μέτρων μαζί με ακόμη 35 ανθρώπους: «Μία λέξη θα σας πω μόνο: Σπιναλόγκα. Μόνο αυτό και θα καταλάβετε… Δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα στη φυλακή. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι και ο διευθυντής ήταν πάρα πολύ καλοί, αλλά οι συνθήκες τραγικές. Αρρώστησα μέσα εκεί. Και τώρα προσπαθώ να γίνω καλά. Μέχρι και εγκεφαλικό έπαθα… Τι άλλο να σας πω», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο 60χρονος ομοσπονδιακός προπονητής του τάε κβον ντο με τρεμάμενη φωνή.
Η αθώωση
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, στις 4 Νοεμβρίου, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ευβοίας τον αθώωσε δίνοντάς του το δικαίωμα της επιστροφής στην κοινωνία και στην οικογένειά του: «Μετά από 6,5 άδικα χρόνια στη φυλακή και κατόπιν της αθωωτικής απόφασης του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Ευβοίας, γύρισα πίσω στην κοινωνία με καθαρό το όνομά μου», λέει και συνεχίζει: «Σήμερα, προσπαθώ να κερδίσω πίσω τον χαμένο χρόνο καθώς και τις άδειες του επαγγέλματός μου και του συλλόγου που εργαζόμουν. Θέλω να ευχαριστήσω πολύ κόσμο. Ολους τους συμπολίτες μου που στάθηκαν στο πλευρό μου στο δικαστήριο, την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τους συναδέλφους μου και κυρίως τους αθλητές και στις αθλήτριές μου που ουδέποτε πίστεψαν αυτή την κατηγορία. Τους ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου που δεν με έκαναν ούτε στιγμή να νιώσω ένοχος. Από το πρώτο λεπτό είχα εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη και ήξερα ότι στο τέλος θα λάμψει η αλήθεια. Κάθε άνθρωπος οφείλει να κάνει αυτό που πρέπει ενάντια σε προσωπικές συνέπειες, εμπόδια, κινδύνους και πιέσεις. Αυτή είναι η βάση της ανθρώπινης ηθικής συμπεριφοράς. Οι άνθρωποι που αφήνουν πίσω τους όχι μόνο μεγάλα κατορθώματα, αλλά έστω και μικρές καλοσύνες, δεν έχουν σπαταλήσει άδικα τη ζωή τους».
Η πλάνη
Στα χρόνια μέσα στη φυλακή, ο Αρης Καντούρος εργαζόταν ως πρώτος ηλεκτρολόγος, καθώς διαθέτει το αντίστοιχο πτυχίο. Εκείνο που του έλειπε περισσότερο από όλα ήταν η οικογένειά του, μακριά από την οποία η επιβίωση ήταν κάτι παραπάνω από δύσκολη. Σήμερα, έχοντας κάποια προβλήματα υγείας που προκλήθηκαν μέσα στη φυλακή, προσπαθεί να σταθεί και πάλι στα πόδια του. Η συνήγορος υπεράσπισής του, κυρία Βάσω Πανταζή, μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ακριβώς επειδή η Δικαιοσύνη απονέμεται από ανθρώπους, ο ποινικός νομοθέτης και το Σύνταγμα της Ελλάδας έχουν προβλέψει και τους τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας. Αυτό κατά την άποψή μου δεν είναι τυχαίο. Συμβαίνει διότι σε μια δικαστική απόφαση από τη στιγμή που υπάρχει ο ανθρώπινος παράγοντας ενδέχεται να υπάρξει και το ανθρώπινο λάθος. Στην εν λόγω υπόθεση, το ανθρώπινο λάθος κόστισε σε έναν άνθρωπο εξίμισι χρόνια άδικης κράτησης στις ελληνικές φυλακές. Παρ’ όλα αυτά, η αλήθεια έλαμψε και η Δικαιοσύνη γύρισε τον άνθρωπο αυτό στην κοινωνία και στην οικογένειά του, κρίνοντάς τον αθώο για τις πράξεις της αποπλάνησης και της ασέλγειας ανηλίκου. Επιστρέφοντας τον πίσω στη ζωή του, στην προπονητική του καριέρα, στην κοινωνία της Εύβοιας και φυσικά στην οικογένειά του, του έδωσε το δικαίωμα να ζήσει ξανά». Σύμφωνα με την κυρία Πανταζή, δύο στοιχεία ήταν εκείνα τα οποία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην αθώωση του ομοσπονδιακού προπονητή: «Το πρώτο είναι ότι δεν αποδεικνυόταν η κατηγορία, καθότι κατά τους χρόνους που φέρεται να τελέστηκαν οι ασελγείς πράξεις, υπήρξε παρουσία τρίτων ατόμων στον χώρο αυτό. Το δεύτερο στοιχείο, το οποίο πιστεύω ότι ήταν και το πιο καθοριστικό, είναι ότι αυτός ο άνθρωπος μέχρι τα 52 του χρόνια δεν είχε δώσει κανένα ίχνος συμπεριφοράς περί παιδοφιλίας. Ενώ δόθηκε η φωτογραφία του στη δημοσιότητα, δεν έγινε καμία καταγγελία από τις χιλιάδες αθλήτριές του, πολλές από τις οποίες ήρθαν στη διαδικασία και κατέθεσαν υπέρ του προπονητή τους. Δεν μπορούσε να γίνει πιστευτό ότι ξαφνικά ένας προπονητής στα 52 του χρόνια και μάλιστα παππούς εκείνη την περίοδο, έκανε ένα τέτοιο αναίσχυντο πράγμα. Είχε τα παιδιά του, την οικογένειά του και από τα χέρια του, στα τριάντα χρόνια της προπονητικής του καριέρας, είχαν περάσει εκατοντάδες αθλήτριες, εκ των οποίων δεν βρέθηκε ούτε μία που να τον κατηγορήσει. Συνήθως, σε τέτοιου είδους υποθέσεις, όταν έχουμε να κάνουμε με προπονητές, γιατρούς και δασκάλους που έχουν μια επαφή με παιδιά, αν υπάρχει κάτι θα φανεί και θα αποδειχθεί και με δεύτερη και με τρίτη καταγγελία. Εδώ δεν είχαμε τίποτε. Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, ένας άνθρωπος, δεν γίνεται παιδόφιλος από τη μία μέρα στην άλλη. Δεν ξυπνάει κάποιος και αποφασίζει ότι θα του αρέσουν παιδιά. Ειδικότερα, όσον αφορά στον πελάτη μου, δεν μπορεί μέχρι τα 52 του να μην είχε δώσει κανένα ίχνος τέτοιας συμπεριφοράς, να είναι μια ζωή μέσα σε αθλήτριες και αθλητές μικρών ηλικιών και ξαφνικά να αποφάσισε πως του αρέσουν τα παιδιά. Ευτυχώς η δικαιοσύνη έλαμψε βάζοντας στο περιθώριο κάθε μελανό στοιχείο αυτής της πικρής και άδικης ιστορίας».