“Υπάρχει ανησυχία για την αύξηση των κρουσμάτων γι’ αυτό και δίνουμε βαρύτητα στην επιδημιολογική και γονιδιοματική καταγραφή των κρουσμάτων σε κάθε περιοχή” δήλωσε Χαράλαμπος Γώγος, καθηγητής και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Διαχείρισης της πανδημίας.
«Είναι νωρίς ακόμα για συμπεράσματα. Είμαστε σε φάση επιτήρησης. Υπάρχει ανησυχία για την αύξηση των κρουσμάτων γι’ αυτό και δίνουμε βαρύτητα στην επιδημιολογική και γονιδιοματική καταγραφή των κρουσμάτων σε κάθε περιοχή και σε κάθε περιφερειακή ενότητα, ώστε να έχουμε σαφή εικόνα και για τη διείσδυση της μετάλλαξης ”Δέλτα”» μας είπε ο καθηγητής και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Διαχείρισης της πανδημίας, Χαράλαμπος Γώγος.
Στο ερώτημά μας εάν προβλέπεται άμεσα να έχουμε νέες απαγορεύσεις και αποκλεισμούς μας είπε: «Το όλο θέμα είναι να μπορούμε να ελέγξουμε σε ποιες περιοχές έχουμε πρόβλημα και να γίνουν έγκαιρα παρεμβάσεις, πρώιμα μάλιστα θα έλεγα αν είναι δυνατόν. Ο επιδημιολογικός χάρτης είναι αυτός που θα μας οδηγήσει και αναλόγως θα λαμβάνονται αποφάσεις».
Στο ερώτημά μας γιατί εστιάζεται το πρόβλημα στους μη εμβολιασμένους, εξηγεί με απόλυτη σαφήνεια:
«Οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν τον ιό σε πολύ μικρότερο ποσοστό απ’ ότι οι ανεμβολίαστοι. Η ασυμπτωματική νόσηση στους εμβολιασμένους είναι πολύ χαμηλή και το ιικό φορτίο επίσης πάρα πολύ χαμηλό. Αυτό σημαίνει ότι η πιθανότητα να κολλήσει ένας εμβολιασμένος είναι ασύγκριτα χαμηλότερη από τον ανεμβολίαστο κι έτσι μειώνεται και η πιθανότητα της μετάδοσης».
Για να γίνει κατανοητό το τελευταίο ο κ. Γώγος υπογραμμίζει ότι το σύνηθες στέλεχος ένα που είχε μολυνθεί τον μετέδιδε το πολύ σε 2,5 άτομα. Τη μετάλλαξη όμως «Δέλτα» τη μεταδίδει σε 8 και σε 9 άτομα. Αν προσθέσει κανείς τα νούμερα μπορεί εύκολα να διαπιστώσει γιατί δίνεται τόση βαρύτητα στους εμβολιασμούς.
«Για τη βιολογική συμπεριφορά της μετάλλαξης ”Δέλτα” δεν είμαστε ακόμα σίγουροι, τη μελετάμε. Ξέρουμε ότι είναι πιο μεταδοτική και ξέρουμε ότι η προστασία από την α’ δόση του εμβολίου είναι μικρότερη από τα άλλα στελέχη και επομένως είναι απαραίτητη και η β’ δόση. Αυτός είναι και ο λόγος που υπογραμμίζουμε τον πλήρη εμβολιασμό ως κυρίαρχο όπλο. Παράλληλα, δεν ξεχνάμε τα μέτρα ατομικής προστασίας και δη στους χώρους συγχρωτισμού».